13 Οκτωβρίου 2011

Επιστρέφουμε στη μεσογειακή διατροφή ελέω κρίσης


Από τη voria.gr
Το Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών (ΚΕΠΚΑ) προχώρησε στη διεξαγωγή δύο ερευνών, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Διατροφής, προκειμένου να διαπιστώσει τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στη διατροφή και στις αγοραστικές συνήθειες των καταναλωτών.
Στην έρευνα για τις διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών ενδιαφέρον προκαλούν τα στοιχεία που δείχνουν ότι η οικονομική...


κρίση έκανε τους Έλληνες καταναλωτές να επιστρέψουν στη μεσογειακή διατροφή, καταναλώνοντας παραδοσιακά προϊόντα και τρόφιμα, κυρίως γαλακτοκομικά, το ψωμί, τα λαχανικά και τα φρούτα, περιορίζοντας σημαντικά το κρέας, τα ψάρια και τις τηγανιτές πατάτες.
Στην ίδια έρευνα διαπιστώνεται ότι οι Έλληνες καταναλωτές έχουν αλλάξει τις διατροφικές τους συνήθειες, με το 65,44% των καταναλωτών να δηλώνει ότι αυτή η αλλαγή σχετίζεται άμεσα με την οικονομική κρίση, το 26,6 % δηλώνει ότι ψάχνει τα ίδια προϊόντα σε χαμηλότερη τιμή, ενώ το 25,16% των καταναλωτών δηλώνουν ότι αγοράζουν μόνο τα απαραίτητα.
Όσο αφορά την έρευνα για τις αγοραστικές συνήθειες των καταναλωτών, διαπιστώνεται ότι 9 στους 10 άλλαξαν τις αγοραστικές τους συνήθειες λόγω της οικονομικής κρίσης, ενώ παράλληλα δηλώνουν ότι η κρίση τους έχει κάνει πιο προσεκτικούς σε σχέση με τις αγορές, την ποσότητα των προϊόντων που αγοράζουν και τον χρόνο που σπαταλούν για τα ψώνια.

Συγκεκριμένα, στην έρευνα για τις διατροφικές συνήθειες συμμετείχαν 1250 καταναλωτές, από όλη την Ελλάδα.  Η έρευνα πραγματοποιήθηκε, το χρονικό διάστημα 1/9/2011-30/9/2011, μέσω ερωτηματολόγιου, που αναρτήθηκε, στην ιστοσελίδα του ΚΕΠΚΑ.

Αναλυτικά τα αποτελέσματα:

-Οι καταναλωτές, στη χώρα μας, λαμβάνουν, περίπου 2,5 γεύματα, ανά μέρα, ενώ θα έπρεπε να λαμβάνουν τουλάχιστον 3 γεύματα. Πάνω από 3 στους 10 καταναλωτές δε λαμβάνουν πρωινό, που θεωρείται το βασικότερο γεύμα της ημέρας. Ίσως, αυτοί, που δηλώνουν ότι τρώνε πρωινό, εννοούν ένα κουλούρι και έναν καφέ.
-Σε σχέση με το 2006, αυξήθηκε, κατά 4 περίπου μονάδες, το ποσοστό των καταναλωτών, που δεν τρώνε κανένα γεύμα, εκτός σπιτιού (από 21,23%, το 2006, σε 25,28% το 2011). Αυξήθηκε, ελαφρώς, το ποσοστό των καταναλωτών, που γευματίζουν, μόνο μια φορά, την εβδομάδα, εκτός σπιτιού (από 36,57%, το 2006, σε 37,60%, το 2011). Μειώθηκε, κατά περίπου 7 μονάδες το ποσοστό των καταναλωτών, που γευματίζουν, συχνά (2-4 φορές, την εβδομάδα), εκτός σπιτιού (από 35,04% το 2006, σε 28,32% το 2011). Εδώ, φαίνονται, καθαρά, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν υποχώρησαν, οι τιμές, στα καταστήματα εστίασης.
-Οι μισοί καταναλωτές συνεχίζουν, όπως και το 2006, να μη τρώνε, σε fast food. Αυξήθηκαν, κατά 4 μονάδες, περίπου, αυτοί, που τρώνε, μια φορά, σε fast food (από 31,07%, το 2006, σε 35,04%, το 2011).
-Το γάλα, τα γαλακτοκομικά, το ψωμί, τα λαχανικά και τα φρούτα έχουν μπει, σχεδόν καθημερινά, στο τραπέζι των καταναλωτών. Τα κρέατα (κόκκινα), ψάρια, τηγανητές πατάτες και αναψυκτικά έχουν περιοριστεί, σε μια φορά την εβδομάδα. Τα γλυκά, τα όσπρια, τα ζυμαρικά, το κοτόπουλο και τα αυγά καταναλώνονται, λίγες φορές την εβδομάδα. Τέλος, η κατανάλωση αρνιού και κατσικιού περιορίζεται, σε μια φορά το μήνα. Η οικονομική κρίση φαίνεται ότι έκανε τους καταναλωτές της χώρας μας να επιστρέψουν, πιο κοντά, στη μεσογειακή διατροφή, που αποτελεί την παραδοσιακή μας διατροφή και η οποία είναι αναγνωρισμένη, παγκοσμίως, ως η πιο ισορροπημένη και υγιεινή διατροφή. Σε σχέση, με την αντίστοιχη έρευνα του 2006, η διατροφή μας φαίνεται να βελτιώνεται. Η κατανάλωση χοιρινού, αναψυκτικών, τηγανητών πατατών μειώνεται, ενώ η κατανάλωση γάλακτος, τυροκομικών, ψαριών και οσπρίων αυξάνεται.
-Το 2009, το κυρίαρχο πρόβλημα, με τα τρόφιμα, ήταν η ακρίβεια, με 44,97% ενώ το 2006, η ακρίβεια των τροφίμων αποτελούσε το τρίτο σοβαρότερο πρόβλημα των καταναλωτών, με 20,76%, με την ασφάλεια / υγιεινή, στην πρώτη θέση, με 54,43% και την κακή ποιότητα, στην δεύτερη θέση, με 29,37%. Ίσως, τα διατροφικά σκάνδαλα εκείνης της εποχής, να είχαν θορυβήσει τους καταναλωτές. Σήμερα, παραμένει η ακρίβεια, το σημαντικότερο πρόβλημα, σε ποσοστό 44,16%. Επόμενο σημαντικό πρόβλημα, για τους καταναλωτές είναι η ασφάλεια και η υγιεινή, με 23,57%, μειωμένο, όμως, περίπου, κατά 10 μονάδες. Εντύπωση προκαλεί η αύξηση, κατά περίπου 7,5 μονάδες, του ποσοστού των καταναλωτών, που δηλώνουν ότι δεν έχουν κανένα πρόβλημα.
-Το 72,16 % των καταναλωτών δήλωσαν ότι έχουν αλλάξει οι διατροφικές τους συνήθειες. Το 2006, το ποσοστό, που δήλωνε ότι είχε αλλάξει διατροφικές συνήθειες, ήταν 51,78%. Παρουσιάζεται μια σημαντική αύξηση, κατά 20 και πλέον μονάδες, αυτών, που άλλαξαν διατροφικές συνήθειες, σε σχέση με το 2006.
-Βασική αιτία της αλλαγής των διατροφικών συνηθειών και το 2006 και το 2011 είναι η υγεία, με σχεδόν ίδια ποσοστά (41,74% και 41,76% αντίστοιχα), ενώ η οικονομική κατάσταση, που το 2006, επηρέαζε 2,61% των καταναλωτών, τώρα, επηρεάζει το 19,91%. Υπάρχει μια σημαντική εκτίναξη, κατά 17 μονάδες.
-Το 65,44% των καταναλωτών, έχει αλλάξει τη διατροφή του, λόγω οικονομικής κρίσης.
-26,69% των καταναλωτών δηλώνουν ότι ψάχνουν, τα ίδια προϊόντα, με χαμηλότερη τιμή, σε άλλα καταστήματα, για να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση. 26,31% στράφηκαν, σε προϊόντα, που παράγει το super market (ιδιωτικής ετικέτας). 25,16% των καταναλωτών δηλώνουν ότι αγοράζουν, μόνο τα απαραίτητα. Τα ποσοστά αυτά δείχνουν ότι η πλειοψηφία των καταναλωτών, στην Ελλάδα, έχει κάνει σημαντικές αλλαγές, στον τρόπο, που αγοράζει τρόφιμα. Όμως, 7 και πλέον στους 10 καταναλωτές, εξακολουθούν να αγοράζουν τις επώνυμες μάρκες, που αγόραζαν και δεν έχουν κάνει το σημαντικό βήμα της αλλαγής της μάρκας των προϊόντων, για να δώσουν μήνυμα, στους προμηθευτές.

Στην έρευνα για τις αγοραστικές συνήθειες συμμετείχαν 1126 καταναλωτές, από όλη την Ελλάδα. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το χρονικό διάστημα 1/9/2011-30/9/2011, μέσω ερωτηματολόγιου, που αναρτήθηκε, στην ιστοσελίδα του ΚΕ.Π.ΚΑ.
Αναλυτικά τα αποτελέσματα της έρευνας:
-9 στους 10 καταναλωτές, άλλαξαν αγοραστικές συνήθειες, λόγω κρίσης.
-27,54% των καταναλωτών δηλώνουν ότι ψάχνουν, τα ίδια προϊόντα, με χαμηλότερη τιμή, σε άλλα καταστήματα, για να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση. Το 27,03% στράφηκε σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, ενώ το 24,49% των καταναλωτών δηλώνει ότι αγοράζει, μόνο τα απαραίτητα. Τα ποσοστά αυτά δείχνουν ότι η πλειοψηφία των καταναλωτών, στην Ελλάδα έχει κάνει σημαντικές αλλαγές, στον τρόπο, που αγοράζει τα προϊόντα καθημερινής χρήσης. Όμως, το 72,97% εξακολουθεί να αγοράζει τις επώνυμες μάρκες, που αγόραζε και δεν έχει κάνει το σημαντικό βήμα της αλλαγής της μάρκας των προϊόντων, για να δώσει μήνυμα, στους προμηθευτές.
-Ο χρόνος, που δαπανούν οι καταναλωτές, για τα ψώνια, είναι μικρός. Το 69,10% των καταναλωτών ψωνίζει μια φορά την εβδομάδα, ή μια φορά στις 15 μέρες, ή μια φορά το μήνα. Αυτό σημαίνει ότι αγοράζει αρκετά προϊόντα. Και, όμως, μόνο το 12,96% δαπανά πάνω από μια ώρα. Το ποσοστό αυτό είναι περίπου ίδιο με το ποσοστό των καταναλωτών (13,14%), που προετοιμάζει κατάλογο με τα προϊόντα, που χρειάζεται, στο σπίτι, αγοράζει αυτά τα προϊόντα και καταγράφει τις τιμές τους. Δηλαδή, πολύ μικρός αριθμός καταναλωτών ψάχνει, όσο πρέπει, τα προϊόντα και τις αγορές του.
-Οι απαντήσεις στην ερώτηση, «πώς ψωνίζετε», δείχνουν ότι η οικονομική κρίση μας έχει κάνει πιο προσεκτικούς, δηλαδή τηρούμε τον κατάλογο, που έχουμε προετοιμάσει, από το σπίτι. Όμως, ακόμα, ένα σημαντικό ποσοστό καταναλωτών (40% περίπου) προσθέτει, στο καλάθι του, προϊόντα, που δεν έχει ανάγκη.
-Το ποσοστό των καταναλωτών, που τηρεί, πάντα, αρχείο τιμών, είναι τραγικά μικρό, μόλις 10,66%. Ακόμα και αυτοί, που καταγράφουν τις τιμές (13,14%), δεν τηρούν, πάντα, αυτό το αρχείο. Οι μισοί δε, σχεδόν, καταναλωτές δεν τηρούν αρχείο τιμών, επομένως, δεν έχουν δυνατότητα σύγκρισης και αντίδρασης. Από τις απαντήσεις, που λάβαμε, για τις αντιδράσεις, σε περίπτωση αύξησης τιμής, σε συνδυασμό, με τα γεγονότα ότι μόνο το 13,14% καταγράφει τιμές και μόνο το 10,66% τηρεί αρχείο τιμών, προκύπτουν σημαντικά ερωτηματικά.
-Η τιμή μονάδας είναι γνωστή, σε περίπου 6 στους 10 καταναλωτές. Όμως, μόνο οι 3 στους 10 καταναλωτές τη χρησιμοποιούν, πάντοτε, για να συγκρίνουν τιμές ομοειδών προϊόντων.
-Το Παρατηρητήριο Τιμών του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας είναι, σχεδόν, άγνωστο, στους καταναλωτές της Ελλάδας. Ούτε 3 στους 10 δεν το γνωρίζουν. Εντύπωση προκαλεί αυτό το ποσοστό, με δεδομένο ότι το 58% των ερωτηματολογίων συμπληρώθηκαν, μέσω internet. Μόλις 3 στους 10, από αυτούς που το γνωρίζουν, το χρησιμοποιούν. Στο σύνολο των καταναλωτών, μόνο 1 στους 10 χρησιμοποιεί το Παρατηρητήριο Τιμών. Στους 1126 καταναλωτές, που απάντησαν, στο ερωτηματολόγιο, μόνον οι 22 χρησιμοποιούν, συστηματικά, το Παρατηρητήριο Τιμών.