Ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) ήταν μόνο η αρχή
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή», η εφαρμογή ενός τέτοιου σεναρίου συνεπάγεται αυτονόητα συμβατότητα...
... με το νατοϊκό σύστημα ασφάλειας, κάτι για το οποίο όμως η Κύπρος έχει εν μέρει ήδη προετοιμασθεί, καθότι αποτελεί εδώ και κάποια χρόνια μέλος του ΟΑΣΕ, οργανισμού που από πολλούς θεωρείται «προθάλαμος» του ΝΑΤΟ.
Σε αυτό όμως το πλαίσιο, φαίνεται πως η περίοδος που η Εθνική Φρουρά εξοπλιζόταν μαζικά με ρωσικά οπλικά συστήματα, όπως το μέσο αντιπυραυλικό σύστημα Tor M1 (αντί των κυπριακών S-300 που οδηγήθηκαν στην Κρήτη ένεκα τουρκικών αντιδράσεων), τα άρματα μάχης T-80U και τα τεθωρακισμένα οχήματα μάχης/μεταφοράς προσωπικού BMP-3 θα είναι αγορές που πλέον δεν θα «αγγίζει» η Κύπρος, για πολιτικούς, διπλωματικούς και οικονομικούς λόγους, ώστε όντως να θεωρείται ως εξωτερικός πυλώνας παροχής ασφαλείας του Δυτικού Κόσμου και δη της Ε.Ε.
Εξάλλου, στο πλαίσιο του «Κειμένου Βιέννης» του 2011, η Κύπρος διοργάνωσε τον Μάιο του 2016, επίσκεψη σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, με τη συμμετοχή 30 Αξιωματικών από 18 Κράτη – Μέλη.
Επιπρόσθετα, η Κύπρος διεξάγει ανά τακτά χρονικά διαστήματα, επισκέψεις επιθεώρησης και αξιολόγησης στο έδαφος άλλων Κρατών – Μελών, αλλά και δέχεται επισκέψεις επιθεώρησης και αξιολόγησης στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στα πλαίσια της συμμόρφωσης με τα ισχύοντα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και ασφάλειας του ΟΑΣΕ.
Πλέον, σύμφωνα και με το άρθρο της «Κ», η Κύπρος τείνει να εναρμονιστεί με τη δυτική κοινώς αποδεκτή πρακτική ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα συναποτελούν μεταξύ άλλων παραμέτρων βέβαια, ένα ισχυρό εργαλείο ενίσχυσης των περιφερειακών συμμαχιών.
Στη βάση αυτής της λογικής λοιπόν στρέφονται και οι νέες αγορές στα εξοπλιστικά προγράμματα της Εθνικής Φρουράς, με μια πρόγευση να αποτελούν οι αγορές περιπολικού πολλαπλών ρόλων ανοικτής θαλάσσης από το Ισραήλ, μαζί με τυφέκια Tavor από την ίδια χώρα, ενώ την Διακλαδική Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων του ΓΕΕΦ, μαζί με τα micro-Tavor (5,56×45) εξοπλίζουν και τα βελγικά SCAR – L σε διαμέτρημα τόσο 5.56×45 όσο και σε 7,62×51, αμφότερα νατοϊκά.
Έχει ήδη καταστεί σαφές λοιπόν ότι η νέα εποχή εξοπλιστικών προγραμμάτων της Λευκωσίας στρέφεται προς ευρωπαϊκές και δυτικόφιλες αγορές όπως αυτή του Ισραήλ, ενώ και οι ΗΠΑ αποτελούν στόχο αγορών, εφόσον βέβαια εν τέλει αρθεί το εμπάργκο πώλησης όπλων, κίνηση που μεθοδεύεται ήδη από το Κογκρέσο, καθώς η Ουάσιγκτον αρχίζει να βλέπει υπό τελείως διαφορετικό πρίσμα τις γεωπολιτικές της σχέσεις με το τετράπολο Τελ Αβίβ, Λευκωσία – Κάιρο – Αθήνα, με γνώμονα τη σταδιακή ενεργειακή (και διπλωματική) απεξάρτηση χωρών–μελών της Ε.Ε. από το ρωσικό φυσικό αέριο, το οποίο η Μόσχα το διαχειρίζεται συχνά–πυκνά ως εργαλείο πίεσης στην άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής.
Παράλληλα, ένας δεύτερος παράγοντας που επιτάσσει την στροφή προς δυτικά οπλικά συστήματα σχετίζεται με την στροφή της Άγκυρας προς την πατρωνία της Μόσχας, ακόμα και σε εξοπλιστικά συστήματα, ενώ ρόλο σημαντικό παίζουν και οι νέες ανάγκες που προκύπτουν αναφορικά με την ενεργειακή ασφάλεια σε παράλληλο χρόνο με την τουρκική προκλητικότητα, η οποία εξάλλου αναμένεται να κορυφωθεί στην ΑΟΖ εν μέσω καλοκαιριού.
Τέλος αξιομνημόνευτο είναι το γεγονός ότι προσανατολισμός που υφίσταται στην παρούσα φάση σε κυβερνητικό επίπεδο είναι οι καθαρές δαπάνες για τα εξοπλιστικά να «αγγίξουν» ακόμα και τα 100 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή», η εφαρμογή ενός τέτοιου σεναρίου συνεπάγεται αυτονόητα συμβατότητα...
... με το νατοϊκό σύστημα ασφάλειας, κάτι για το οποίο όμως η Κύπρος έχει εν μέρει ήδη προετοιμασθεί, καθότι αποτελεί εδώ και κάποια χρόνια μέλος του ΟΑΣΕ, οργανισμού που από πολλούς θεωρείται «προθάλαμος» του ΝΑΤΟ.
Σε αυτό όμως το πλαίσιο, φαίνεται πως η περίοδος που η Εθνική Φρουρά εξοπλιζόταν μαζικά με ρωσικά οπλικά συστήματα, όπως το μέσο αντιπυραυλικό σύστημα Tor M1 (αντί των κυπριακών S-300 που οδηγήθηκαν στην Κρήτη ένεκα τουρκικών αντιδράσεων), τα άρματα μάχης T-80U και τα τεθωρακισμένα οχήματα μάχης/μεταφοράς προσωπικού BMP-3 θα είναι αγορές που πλέον δεν θα «αγγίζει» η Κύπρος, για πολιτικούς, διπλωματικούς και οικονομικούς λόγους, ώστε όντως να θεωρείται ως εξωτερικός πυλώνας παροχής ασφαλείας του Δυτικού Κόσμου και δη της Ε.Ε.
Εξάλλου, στο πλαίσιο του «Κειμένου Βιέννης» του 2011, η Κύπρος διοργάνωσε τον Μάιο του 2016, επίσκεψη σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, με τη συμμετοχή 30 Αξιωματικών από 18 Κράτη – Μέλη.
Επιπρόσθετα, η Κύπρος διεξάγει ανά τακτά χρονικά διαστήματα, επισκέψεις επιθεώρησης και αξιολόγησης στο έδαφος άλλων Κρατών – Μελών, αλλά και δέχεται επισκέψεις επιθεώρησης και αξιολόγησης στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στα πλαίσια της συμμόρφωσης με τα ισχύοντα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και ασφάλειας του ΟΑΣΕ.
Πλέον, σύμφωνα και με το άρθρο της «Κ», η Κύπρος τείνει να εναρμονιστεί με τη δυτική κοινώς αποδεκτή πρακτική ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα συναποτελούν μεταξύ άλλων παραμέτρων βέβαια, ένα ισχυρό εργαλείο ενίσχυσης των περιφερειακών συμμαχιών.
Στη βάση αυτής της λογικής λοιπόν στρέφονται και οι νέες αγορές στα εξοπλιστικά προγράμματα της Εθνικής Φρουράς, με μια πρόγευση να αποτελούν οι αγορές περιπολικού πολλαπλών ρόλων ανοικτής θαλάσσης από το Ισραήλ, μαζί με τυφέκια Tavor από την ίδια χώρα, ενώ την Διακλαδική Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων του ΓΕΕΦ, μαζί με τα micro-Tavor (5,56×45) εξοπλίζουν και τα βελγικά SCAR – L σε διαμέτρημα τόσο 5.56×45 όσο και σε 7,62×51, αμφότερα νατοϊκά.
Έχει ήδη καταστεί σαφές λοιπόν ότι η νέα εποχή εξοπλιστικών προγραμμάτων της Λευκωσίας στρέφεται προς ευρωπαϊκές και δυτικόφιλες αγορές όπως αυτή του Ισραήλ, ενώ και οι ΗΠΑ αποτελούν στόχο αγορών, εφόσον βέβαια εν τέλει αρθεί το εμπάργκο πώλησης όπλων, κίνηση που μεθοδεύεται ήδη από το Κογκρέσο, καθώς η Ουάσιγκτον αρχίζει να βλέπει υπό τελείως διαφορετικό πρίσμα τις γεωπολιτικές της σχέσεις με το τετράπολο Τελ Αβίβ, Λευκωσία – Κάιρο – Αθήνα, με γνώμονα τη σταδιακή ενεργειακή (και διπλωματική) απεξάρτηση χωρών–μελών της Ε.Ε. από το ρωσικό φυσικό αέριο, το οποίο η Μόσχα το διαχειρίζεται συχνά–πυκνά ως εργαλείο πίεσης στην άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής.
Παράλληλα, ένας δεύτερος παράγοντας που επιτάσσει την στροφή προς δυτικά οπλικά συστήματα σχετίζεται με την στροφή της Άγκυρας προς την πατρωνία της Μόσχας, ακόμα και σε εξοπλιστικά συστήματα, ενώ ρόλο σημαντικό παίζουν και οι νέες ανάγκες που προκύπτουν αναφορικά με την ενεργειακή ασφάλεια σε παράλληλο χρόνο με την τουρκική προκλητικότητα, η οποία εξάλλου αναμένεται να κορυφωθεί στην ΑΟΖ εν μέσω καλοκαιριού.
Τέλος αξιομνημόνευτο είναι το γεγονός ότι προσανατολισμός που υφίσταται στην παρούσα φάση σε κυβερνητικό επίπεδο είναι οι καθαρές δαπάνες για τα εξοπλιστικά να «αγγίξουν» ακόμα και τα 100 εκατ. ευρώ.