5 Απριλίου 2019

Αλβανία: Τα πρωτεία της Ελλάδας πέφτουν, στη δεύτερη θέση στον τομέα των επενδύσεων

Για πρώτη φορά εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες, η Ελλάδα κατέβασε τη σημαία της ως ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στη χώρα.

Τα στοιχεία της Τράπεζας της Αλβανίας δείχνουν ότι στο τέλος του τέταρτου τριμήνου του περασμένου έτους, η Ελλάδα...


... συνέχισε να είναι ο δεύτερος επενδυτής στη χώρα, όσον αφορά το κεφάλαιο, αφήνοντας την πρώτη θέση στην Ελβετία.

Το κεφάλαιο των επενδύσεων από την Ελβετία έφθασε στην Αλβανία στο τέλος του 2018 στα 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ, αντιπροσωπεύοντας  το 17,3% του συνόλου των 7,7 δισ. ευρώ που επενδύονται από ξένες χώρες στην Αλβανία από τη δεκαετία του ΄90.

Οι Ελβετοί επενδυτές έχουν δει μια ταχεία ανάπτυξη από τα μέσα του 2016, όταν έγινε η έναρξη των εργασιών για τον αγωγό φυσικού αερίου TAP, ένα έργο αξίας περίπου 1,5 δισ. ευρώ, το μεγαλύτερο ιστορικά στην Αλβανία. Παρόλο που ο TAP είναι επένδυση ενός συνόλου κρατών, καταχωρείται η έδρα του στην Ελβετία.

Η Ελλάδα, η οποία εδώ και πολλά χρόνια ήταν ο μεγαλύτερος επενδυτής στη χώρα, είχε στο τέλος του έτους ένα κεφάλαιο ύψους 1,2 δισ. ευρώ ή το 16% του συνόλου. Τα τελευταία χρόνια, ο δείκτης αυτός παρέμεινε σχεδόν στο ίδιο επίπεδο, αντανακλώντας τη στασιμότητα των εταιρειών τηλεπικοινωνιών, οι οποίες σε μια ώριμη αγορά δεν επενδύουν πλέον.

Από τις αρχές του 2000, οι δύο εταιρείες που εισήλθαν στην αγορά τηλεπικοινωνιών μέσω της Ελλάδας, η COSMOTE  και η Vodafone πραγματοποίησαν υψηλές επενδύσεις στην Αλβανία. Η COSMOTE αποσύρθηκε από την Αλβανία νωρίτερα αυτό το έτος με την πώληση των μετοχών της Telekom Albania στην εταιρεία «Albania Telecom Invest AD» μια εταιρεία που ιδρύθηκε και καταχωρήθηκε στο βουλγαρικό κράτος.

Επιπλέον, και οι ελληνικές τράπεζες αποσύρονται σταδιακά από την Αλβανία. Το 2010, τέσσερις τράπεζες με ελληνικά κεφάλαια αντιπροσώπευαν περίπου το 24% του ενεργητικού του τραπεζικού συστήματος (Alpha Bank, Tirana Bank, Εθνική Τράπεζα, Εμπορική), ενώ σήμερα υπάρχει μόνο μία τράπεζα, που αντιπροσωπεύει περίπου το 5% του συνόλου (η Alpha Bank). Οι άλλες πωλήθηκαν ή βρίσκονται στη διαδικασία πώλησης ως αποτέλεσμα της στρατηγικής των ελληνικών τραπεζών να αποχωρήσουν από την περιοχή.