Η δύσκολη προσπάθεια των ελληνικών τραπεζών να απαλλαγούν από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σχολιάζεται και πάλι στον γερμανικό Τύπο, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle.
«Οι τράπεζες νοικοκυρεύουν...
... τα βιβλία τους» επιγράφεται ανταπόκριση της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt από την Αθήνα, η οποία σημειώνει ότι στις ελληνικές τράπεζες τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν φτάσει το 45,4% του συνόλου, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι μόλις 3,4%.
Γι’ αυτό, «υπό την πίεση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της ευρωζώνης (SSM), οι ελληνικές τράπεζες θέλουν να απαλλαγούν από το ‘βουνό’ των κόκκινων δανείων πιο γρήγορα από όσο σχεδίαζαν μέχρι σήμερα».
Η γερμανική εφημερίδα υπενθυμίζει ότι «τον προηγούμενο χρόνο τα πιστωτικά ιδρύματα είχαν εξυγιάνει τα βιβλία τους κατά 12,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό αποδεικνύει ότι οι ελληνικές τράπεζες κάνουν πρόοδο στην προσπάθειά τους να απαλλαγούν από προβληματικά δάνεια, αλλά με αργούς ρυθμούς.
» Αυτό επιβαρύνει την ελληνική οικονομία στο σύνολό της. Το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων περιορίζει τη δυνατότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να χορηγήσουν νέα δάνεια. Γι’ αυτό, η απομείωση προβληματικών δανείων θεωρείται ‘κλειδί’ για την επιστροφή της Ελλάδας σε μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη».
Πάντως η εφημερίδα σημειώνει ότι «ο νέος στόχος είναι πολύ φιλόδοξος: τα πιστωτικά ιδρύματα θέλουν να μειώσουν το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ποσό κάτω από 25 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2021.
» Για να γίνει αυτό έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορες προτάσεις. Ένα σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδας προβλέπει να μεταφέρουν οι τράπεζες κόκκινα δάνεια ονομαστικής αξίας 40 δισεκατομμυρίων ευρώ σε μία εταιρεία ειδικού σκοπού, η οποία εγχαρτώνει τις απαιτήσεις και τις μεταπωλεί (…).
» Ένα δεύτερο σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει επίσης τη μεταβίβαση μη εξυπηρετούμενων απαιτήσεων σε ένα είδος ‘κακής τράπεζας’ (Bad Bank) με παράλληλη παροχή κρατικών εγγυήσεων. Ακόμη δεν είναι βέβαιο αν οι θεματοφύλακες του ανταγωνισμού στην ΕΕ εγκρίνουν το σχέδιο ή το αξιολογούν ως απαγορευμένη κρατική ενίσχυση. Η απόφαση αναμένεται τον Απρίλιο».
«Οι τράπεζες νοικοκυρεύουν...
... τα βιβλία τους» επιγράφεται ανταπόκριση της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt από την Αθήνα, η οποία σημειώνει ότι στις ελληνικές τράπεζες τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν φτάσει το 45,4% του συνόλου, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι μόλις 3,4%.
Γι’ αυτό, «υπό την πίεση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της ευρωζώνης (SSM), οι ελληνικές τράπεζες θέλουν να απαλλαγούν από το ‘βουνό’ των κόκκινων δανείων πιο γρήγορα από όσο σχεδίαζαν μέχρι σήμερα».
Η γερμανική εφημερίδα υπενθυμίζει ότι «τον προηγούμενο χρόνο τα πιστωτικά ιδρύματα είχαν εξυγιάνει τα βιβλία τους κατά 12,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό αποδεικνύει ότι οι ελληνικές τράπεζες κάνουν πρόοδο στην προσπάθειά τους να απαλλαγούν από προβληματικά δάνεια, αλλά με αργούς ρυθμούς.
» Αυτό επιβαρύνει την ελληνική οικονομία στο σύνολό της. Το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων περιορίζει τη δυνατότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να χορηγήσουν νέα δάνεια. Γι’ αυτό, η απομείωση προβληματικών δανείων θεωρείται ‘κλειδί’ για την επιστροφή της Ελλάδας σε μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη».
Πάντως η εφημερίδα σημειώνει ότι «ο νέος στόχος είναι πολύ φιλόδοξος: τα πιστωτικά ιδρύματα θέλουν να μειώσουν το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ποσό κάτω από 25 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2021.
» Για να γίνει αυτό έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορες προτάσεις. Ένα σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδας προβλέπει να μεταφέρουν οι τράπεζες κόκκινα δάνεια ονομαστικής αξίας 40 δισεκατομμυρίων ευρώ σε μία εταιρεία ειδικού σκοπού, η οποία εγχαρτώνει τις απαιτήσεις και τις μεταπωλεί (…).
» Ένα δεύτερο σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει επίσης τη μεταβίβαση μη εξυπηρετούμενων απαιτήσεων σε ένα είδος ‘κακής τράπεζας’ (Bad Bank) με παράλληλη παροχή κρατικών εγγυήσεων. Ακόμη δεν είναι βέβαιο αν οι θεματοφύλακες του ανταγωνισμού στην ΕΕ εγκρίνουν το σχέδιο ή το αξιολογούν ως απαγορευμένη κρατική ενίσχυση. Η απόφαση αναμένεται τον Απρίλιο».