Ενώ η άδοξη κατάληξη της συνάντησης Ντόναλντ Τραμπ - Κιμ Γιονγκ Ουν στο Ανόι επανέφερε στην ημερήσια διάταξη τον κίνδυνο υποτροπής στο πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας, μια πιο χειροπιαστή απειλή...
... κατέβαινε από τους παγετώνες των Ιμαλαΐων.
Για πρώτη φορά στην ιστορία, δύο πυρηνικές δυνάμεις, η Ινδία και το Πακιστάν, εμπλέκονταν σε αερομαχίες με κατάρριψη πολεμικών αεροσκαφών για τη διαφιλονικούμενη περιοχή του Κασμίρ.
Η ανάφλεξη αυτής της παλιάς διένεξης, που πυροδότησε δύο από τους τρεις πολέμους Ινδίας - Πακιστάν στον εικοστό αιώνα, προκάλεσε διεθνή ανησυχία. Ηνωμένες Πολιτείες και Ρωσία προσφέρθηκαν να διαμεσολαβήσουν για να αποτραπούν τα χειρότερα, ενώ Ευρωπαϊκή Ενωση και Κίνα κάλεσαν τις δύο πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση.
Η επίθεση αυτοκτονίας
Ρόλο πυροκροτητή έπαιξε επίθεση αυτοκτονίας εναντίον κονβόι Ινδών παραστρατιωτικών στο υπό ινδική διοίκηση τμήμα του Κασμίρ, που στοίχισε τη ζωή 44 ενόπλων. Η Ινδία κατήγγειλε ως οργανωτή της επίθεσης την οργάνωση «Jaish-e-Mohammad» (Στρατός του Μωάμεθ), η οποία μάχεται για την ενσωμάτωση ολόκληρου του Κασμίρ στο Πακιστάν και είναι υπεύθυνη για σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων όχι μόνο στο Κασμίρ, αλλά και στο ινδικό κοινοβούλιο.
Το Πακιστάν έχει κηρύξει παράνομη την οργάνωση, αλλά το Νέο Δελχί υποστηρίζει ότι το Ισλαμαμπάντ συνεχίζει να της προσφέρει κάθε είδους υποστήριξη μέσω της μυστικής υπηρεσίας του στρατού. Ινδία και Πακιστάν ενεπλάκησαν σε πόλεμο αμέσως μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας τους από τη Βρετανική Αυτοκρατορία, το 1947, ακριβώς λόγω της διένεξης γύρω από το Κασμίρ.
Η στρατηγικής σημασίας περιοχή είχε μουσουλμανικό, κατά κύριο λόγο, πληθυσμό αλλά ινδουιστή μαχαραγιά, ο οποίος προσχώρησε στην Ινδία. Αποτέλεσμα αυτού του πρώτου πολέμου ήταν να χωριστεί το Κασμίρ σε δύο περιοχές, μία υπό ινδικό και μία υπό πακιστανικό έλεγχο (ένα τρίτο, μικρότερο τμήμα, είχε παραχωρηθεί στην Κίνα).
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αποφάσισε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αυτοδιάθεση του Κασμίρ, κάτι που δεν έγινε ποτέ, καθώς η Ινδία έθετε ως προϋπόθεση την αποχώρηση των πακιστανικών στρατευμάτων.
Για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο του 1971, η απάντηση της Ινδίας δεν περιορίστηκε σε πυρά πυροβολικού, αλλά συμπεριέλαβε αεροπορικές επιχειρήσεις στο εσωτερικό του Πακιστάν – κι αυτό ενώ, σε αντίθεση με το 1971, αυτή τη φορά και οι δύο χώρες διαθέτουν πυρηνικές βόμβες. Ο στρατός του Πακιστάν απάντησε με τις δικές του αεροπορικές επιθέσεις επί ινδικού εδάφους, κλιμακώνοντας ακόμη περισσότερο την κρίση.
Οι Πακιστανοί υποστήριξαν ότι κατέρριψαν δύο ινδικά αεροσκάφη, ενώ η Ινδία ισχυρίστηκε ότι κάθε πλευρά κατέρριψε από ένα. Γεγονός είναι ότι το Πακιστάν αιχμαλώτισε έναν Ινδό πιλότο, ο οποίος μάλιστα εμφανίστηκε σε βίντεο να αιμορραγεί, ύστερα από ξυλοδαρμό που υπέστη από μουσουλμάνους του Κασμίρ, κάτι που ηλέκτρισε περαιτέρω την ατμόσφαιρα.
Το μείζον ερώτημα είναι αν η επικίνδυνη αυτή σύγκρουση κλιμακωθεί σε έναν τέταρτο, ανοικτό ινδο-πακιστανικό πόλεμο τις επόμενες ημέρες. Η απλή λογική λέει ότι και οι δύο πλευρές έχουν κάθε λόγο να αποφύγουν το εφιαλτικό σενάριο. Το Πακιστάν γνωρίζει καλά –και οι σκληρές εμπειρίες των προηγούμενων τριών πολέμων του το υπενθυμίζουν– ότι δεν μπορεί να υπερισχύσει σε μια στρατιωτική σύγκρουση με τη στρατιωτικά, οικονομικά και πληθυσμιακά πολύ ισχυρότερη Ινδία.
Αλλωστε, ο Πακιστανός πρωθυπουργός Ιμράν Χαν προσπάθησε από την πρώτη στιγμή να ρίξει τους τόνους, αποφάσισε να απελευθερώσει τον αιχμάλωτο Ινδό πιλότο σε μια χειρονομία καλής θέλησης, ζήτησε απευθείας διάλογο με τον Ινδό ομόλογό του Ναρέντρα Μόντι, έφτασε μάλιστα να προτείνει μυστικές διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση της διένεξης γύρω από το Κασμίρ.
Αλλά και ο Μόντι έχει καλούς λόγους να μην παρασυρθεί από τα εθνικιστικά πάθη, που είναι ιδιαίτερα εξημμένα στην υποήπειρο.
Οι εκλογές του Μαΐου
Οι αεροπορικές επιθέσεις που διέταξε (και οι οποίες είναι αμφίβολο αν βρήκαν στόχους ή αν είχαν μόνο συμβολικό χαρακτήρα) ασφαλώς ικανοποιούσαν την ανάγκη να δοθεί η εικόνα της δυναμικής απάντησης, κάτι το οποίο θα του είναι χρήσιμο ενόψει των βουλευτικών εκλογών του Μαΐου, όπου θα διεκδικήσει και δεύτερη θητεία.
Ωστόσο ένας ανοικτός πόλεμος θα είχε σοβαρότατες συνέπειες στην ινδική οικονομία, η οποία δεν βρίσκεται στα καλύτερά της, ενώ θα πυράκτωνε τις αντιθέσεις μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων στην ίδια τη χώρα του. Το κυριότερο, η προσπάθειά του να απομονώσει διπλωματικά το Πακιστάν και να εξασφαλίσει υποστήριξη από το σύνολο των μεγάλων δυνάμεων στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας δεν είχε τα αποτελέσματα που θα ήθελε ο Ινδός πρωθυπουργός.
Αν και αναγνώρισαν το δικαίωμα της Ινδίας να αμύνεται εναντίον της τρομοκρατίας, όλες οι μεγάλες δυνάμεις κράτησαν γραμμή ίσων αποστάσεων, πιέζοντας και τις δύο πλευρές να αποκλιμακώσουν γρήγορα την κρίση.
Οι συμμαχίες
Παραδοσιακός σύμμαχος των ΗΠΑ στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν η Ινδία διατηρούσε καλές σχέσεις με τη Σοβιετική Ενωση, το Πακιστάν υποχρεώθηκε να αναζητήσει καινούργιο γεωπολιτικό ρόλο από τις αρχές του 21ου αιώνα. Οι σχέσεις του με τις ΗΠΑ μπήκαν σε περίοδο ψυχρότητας και αμοιβαίας καχυποψίας μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001 και τον πόλεμο των Αμερικανών κατά των Ταλιμπάν, που εξασφάλιζαν «στρατηγικό βάθος» στο Πακιστάν, στην αντιπαράθεσή του με την Ινδία.
Ταυτόχρονα, οι Αμερικανοί προσέγγισαν την Ινδία ως αντίβαρο στην αναδυόμενη Κίνα. Οι φονικές επιθέσεις με drones (που κορυφώθηκαν επί Ομπάμα) επί πακιστανικού εδάφους, με πολλές απώλειες αμάχων, ενίσχυσαν τον αντιαμερικανισμό στην ισλαμική χώρα. Ωστόσο, το Πακιστάν κατάφερε να αντισταθμίσει σε μεγάλο βαθμό τις απώλειες ενισχύοντας τους δεσμούς του με έναν άλλο παραδοσιακό του σύμμαχο, την Κίνα.
Ο «Νέος Δρόμος του Μεταξιού», το μεγάλο αναπτυξιακό σχέδιο του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες οικονομικής ανάπτυξης στο Πακιστάν, ενώ η Κίνα μπλόκαρε στο Συμβούλιο Ασφαλείας τις προσπάθειες της Ινδίας για αποφάσεις που θα επέβαλαν στο Ισλαμαμπάντ πιο σκληρά μέτρα κατά της τρομοκρατίας.
Δύο άλλοι σημαντικοί σύμμαχοι του Πακιστάν, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία, έσπευσαν επίσης να συσφίγξουν τις σχέσεις μαζί του, με τελευταίο δείγμα την πρόσφατη επίσκεψη του Σαουδάραβα πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στο Ισλαμαμπάντ.
... κατέβαινε από τους παγετώνες των Ιμαλαΐων.
Για πρώτη φορά στην ιστορία, δύο πυρηνικές δυνάμεις, η Ινδία και το Πακιστάν, εμπλέκονταν σε αερομαχίες με κατάρριψη πολεμικών αεροσκαφών για τη διαφιλονικούμενη περιοχή του Κασμίρ.
Η ανάφλεξη αυτής της παλιάς διένεξης, που πυροδότησε δύο από τους τρεις πολέμους Ινδίας - Πακιστάν στον εικοστό αιώνα, προκάλεσε διεθνή ανησυχία. Ηνωμένες Πολιτείες και Ρωσία προσφέρθηκαν να διαμεσολαβήσουν για να αποτραπούν τα χειρότερα, ενώ Ευρωπαϊκή Ενωση και Κίνα κάλεσαν τις δύο πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση.
Η επίθεση αυτοκτονίας
Ρόλο πυροκροτητή έπαιξε επίθεση αυτοκτονίας εναντίον κονβόι Ινδών παραστρατιωτικών στο υπό ινδική διοίκηση τμήμα του Κασμίρ, που στοίχισε τη ζωή 44 ενόπλων. Η Ινδία κατήγγειλε ως οργανωτή της επίθεσης την οργάνωση «Jaish-e-Mohammad» (Στρατός του Μωάμεθ), η οποία μάχεται για την ενσωμάτωση ολόκληρου του Κασμίρ στο Πακιστάν και είναι υπεύθυνη για σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων όχι μόνο στο Κασμίρ, αλλά και στο ινδικό κοινοβούλιο.
Το Πακιστάν έχει κηρύξει παράνομη την οργάνωση, αλλά το Νέο Δελχί υποστηρίζει ότι το Ισλαμαμπάντ συνεχίζει να της προσφέρει κάθε είδους υποστήριξη μέσω της μυστικής υπηρεσίας του στρατού. Ινδία και Πακιστάν ενεπλάκησαν σε πόλεμο αμέσως μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας τους από τη Βρετανική Αυτοκρατορία, το 1947, ακριβώς λόγω της διένεξης γύρω από το Κασμίρ.
Η στρατηγικής σημασίας περιοχή είχε μουσουλμανικό, κατά κύριο λόγο, πληθυσμό αλλά ινδουιστή μαχαραγιά, ο οποίος προσχώρησε στην Ινδία. Αποτέλεσμα αυτού του πρώτου πολέμου ήταν να χωριστεί το Κασμίρ σε δύο περιοχές, μία υπό ινδικό και μία υπό πακιστανικό έλεγχο (ένα τρίτο, μικρότερο τμήμα, είχε παραχωρηθεί στην Κίνα).
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αποφάσισε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αυτοδιάθεση του Κασμίρ, κάτι που δεν έγινε ποτέ, καθώς η Ινδία έθετε ως προϋπόθεση την αποχώρηση των πακιστανικών στρατευμάτων.
Για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο του 1971, η απάντηση της Ινδίας δεν περιορίστηκε σε πυρά πυροβολικού, αλλά συμπεριέλαβε αεροπορικές επιχειρήσεις στο εσωτερικό του Πακιστάν – κι αυτό ενώ, σε αντίθεση με το 1971, αυτή τη φορά και οι δύο χώρες διαθέτουν πυρηνικές βόμβες. Ο στρατός του Πακιστάν απάντησε με τις δικές του αεροπορικές επιθέσεις επί ινδικού εδάφους, κλιμακώνοντας ακόμη περισσότερο την κρίση.
Οι Πακιστανοί υποστήριξαν ότι κατέρριψαν δύο ινδικά αεροσκάφη, ενώ η Ινδία ισχυρίστηκε ότι κάθε πλευρά κατέρριψε από ένα. Γεγονός είναι ότι το Πακιστάν αιχμαλώτισε έναν Ινδό πιλότο, ο οποίος μάλιστα εμφανίστηκε σε βίντεο να αιμορραγεί, ύστερα από ξυλοδαρμό που υπέστη από μουσουλμάνους του Κασμίρ, κάτι που ηλέκτρισε περαιτέρω την ατμόσφαιρα.
Το μείζον ερώτημα είναι αν η επικίνδυνη αυτή σύγκρουση κλιμακωθεί σε έναν τέταρτο, ανοικτό ινδο-πακιστανικό πόλεμο τις επόμενες ημέρες. Η απλή λογική λέει ότι και οι δύο πλευρές έχουν κάθε λόγο να αποφύγουν το εφιαλτικό σενάριο. Το Πακιστάν γνωρίζει καλά –και οι σκληρές εμπειρίες των προηγούμενων τριών πολέμων του το υπενθυμίζουν– ότι δεν μπορεί να υπερισχύσει σε μια στρατιωτική σύγκρουση με τη στρατιωτικά, οικονομικά και πληθυσμιακά πολύ ισχυρότερη Ινδία.
Αλλωστε, ο Πακιστανός πρωθυπουργός Ιμράν Χαν προσπάθησε από την πρώτη στιγμή να ρίξει τους τόνους, αποφάσισε να απελευθερώσει τον αιχμάλωτο Ινδό πιλότο σε μια χειρονομία καλής θέλησης, ζήτησε απευθείας διάλογο με τον Ινδό ομόλογό του Ναρέντρα Μόντι, έφτασε μάλιστα να προτείνει μυστικές διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση της διένεξης γύρω από το Κασμίρ.
Αλλά και ο Μόντι έχει καλούς λόγους να μην παρασυρθεί από τα εθνικιστικά πάθη, που είναι ιδιαίτερα εξημμένα στην υποήπειρο.
Οι εκλογές του Μαΐου
Οι αεροπορικές επιθέσεις που διέταξε (και οι οποίες είναι αμφίβολο αν βρήκαν στόχους ή αν είχαν μόνο συμβολικό χαρακτήρα) ασφαλώς ικανοποιούσαν την ανάγκη να δοθεί η εικόνα της δυναμικής απάντησης, κάτι το οποίο θα του είναι χρήσιμο ενόψει των βουλευτικών εκλογών του Μαΐου, όπου θα διεκδικήσει και δεύτερη θητεία.
Ωστόσο ένας ανοικτός πόλεμος θα είχε σοβαρότατες συνέπειες στην ινδική οικονομία, η οποία δεν βρίσκεται στα καλύτερά της, ενώ θα πυράκτωνε τις αντιθέσεις μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων στην ίδια τη χώρα του. Το κυριότερο, η προσπάθειά του να απομονώσει διπλωματικά το Πακιστάν και να εξασφαλίσει υποστήριξη από το σύνολο των μεγάλων δυνάμεων στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας δεν είχε τα αποτελέσματα που θα ήθελε ο Ινδός πρωθυπουργός.
Αν και αναγνώρισαν το δικαίωμα της Ινδίας να αμύνεται εναντίον της τρομοκρατίας, όλες οι μεγάλες δυνάμεις κράτησαν γραμμή ίσων αποστάσεων, πιέζοντας και τις δύο πλευρές να αποκλιμακώσουν γρήγορα την κρίση.
Οι συμμαχίες
Παραδοσιακός σύμμαχος των ΗΠΑ στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν η Ινδία διατηρούσε καλές σχέσεις με τη Σοβιετική Ενωση, το Πακιστάν υποχρεώθηκε να αναζητήσει καινούργιο γεωπολιτικό ρόλο από τις αρχές του 21ου αιώνα. Οι σχέσεις του με τις ΗΠΑ μπήκαν σε περίοδο ψυχρότητας και αμοιβαίας καχυποψίας μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001 και τον πόλεμο των Αμερικανών κατά των Ταλιμπάν, που εξασφάλιζαν «στρατηγικό βάθος» στο Πακιστάν, στην αντιπαράθεσή του με την Ινδία.
Ταυτόχρονα, οι Αμερικανοί προσέγγισαν την Ινδία ως αντίβαρο στην αναδυόμενη Κίνα. Οι φονικές επιθέσεις με drones (που κορυφώθηκαν επί Ομπάμα) επί πακιστανικού εδάφους, με πολλές απώλειες αμάχων, ενίσχυσαν τον αντιαμερικανισμό στην ισλαμική χώρα. Ωστόσο, το Πακιστάν κατάφερε να αντισταθμίσει σε μεγάλο βαθμό τις απώλειες ενισχύοντας τους δεσμούς του με έναν άλλο παραδοσιακό του σύμμαχο, την Κίνα.
Ο «Νέος Δρόμος του Μεταξιού», το μεγάλο αναπτυξιακό σχέδιο του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες οικονομικής ανάπτυξης στο Πακιστάν, ενώ η Κίνα μπλόκαρε στο Συμβούλιο Ασφαλείας τις προσπάθειες της Ινδίας για αποφάσεις που θα επέβαλαν στο Ισλαμαμπάντ πιο σκληρά μέτρα κατά της τρομοκρατίας.
Δύο άλλοι σημαντικοί σύμμαχοι του Πακιστάν, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία, έσπευσαν επίσης να συσφίγξουν τις σχέσεις μαζί του, με τελευταίο δείγμα την πρόσφατη επίσκεψη του Σαουδάραβα πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στο Ισλαμαμπάντ.