"Η Β. Ελλάδα οφείλει να αντιμετωπίζει την περιοχή με όρους γειτονίας και όχι στρατηγικής συνεργασίας"
Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση του ευρώ ως κοινό νόμισμα στην Ευρωζώνη και δέκα χρόνια από την εκδήλωση της κρίσης...
... στην Ελλάδα, που οδήγησε στην μεγαλύτερη σε διάρκεια ύφεση που έχει καταγραφεί σε ανεπτυγμένη χώρα εν καιρώ ειρήνης, στοιχεία που έρχονται από διάφορες εκθέσεις και διαφορετικές μελέτες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η χώρα μας βγήκε συνολικά κερδισμένη από τη συμμετοχή της στον πυρήνα των ευρωπαϊκών οικονομικών εξελίξεων.
Τα ίδια στοιχεία διαλύουν τους παλαιότερους αστικούς μύθους –αστικοί διότι διαμορφώθηκαν και εμφιλοχωρούν κυρίως στον κλεινόν άστυ, ήτοι στην πρωτεύουσα της χώρας- περί του ενιαίου οικονομικού χώρου των Βαλκανίων, αλλά και τους πρόσφατους περί συναναπτύξεως των χωρών της περιοχής. Όπως φαίνεται από τα στοιχεία –τα γράμματα, τα ποσοστά, τα μεγέθη και τους αριθμούς- η Ελλάδα ακόμη και σήμερα βρίσκεται ακόμη πολύ μπροστά σε οικονομική ανάπτυξη από τους γείτονες της.
Ακόμη και η Βόρεια Ελλάδα, που λόγω γεωγραφικής εγγύτητας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα προς Βορράν, οφείλει να αντιμετωπίζει την περιοχή με όρους γειτονίας και όχι στρατηγικής συνεργασίας. Για τη χώρα μας η ευρωπαϊκή πορεία με αυστηρούς θεσμικούς και οικονομικούς όρους είναι μονόδρομος για να κρατηθεί στην πρώτη ταχύτητα της Ευρώπης και να βελτιώσει εν συνεχεία τη θέση της ανάμεσα στις ανεπτυγμένες κοινωνίες και οικονομίες του πλανήτη.
Τα δεδομένα των τελευταίων ημερών καταγράφουν τη μεγάλη εικόνα και επί της ουσίας «υποδεικνύουν» τι πρέπει να γίνει στη συνέχεια, μακριά από υπεραισιοδοξίες ή μηδενισμούς.
Σημειώστε:
1. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία η Βουλγαρία που είναι πλήρες μέλος της ΕΕ, αλλά δεν συμμετέχει στην Ευρωζώνη, την τελευταία δεκαετία αύξησε το Ακαθάρριστο Εγχώριο Προϊόν της κατά 30% και κάτι παραπάνω, γεγονός που οδήγησε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας των 7 εκατομμυρίων κατοίκων στα 9.740 δολάρια.
Την ίδια περίοδο, δηλαδή τα τελευταία δέκα χρόνια, η Ελλάδα έχασε περίπου το 25% του ΑΕΠ και το κατά κεφαλήν Εισόδημα διαμορφώνεται για τα 11,1 εκατομμύρια κατοίκους στα 19.980 δολάρια. Η διαφορά, που είναι από μόνη της μεγάλη, γίνεται τεράστια εάν συνυπολογίσει κανείς τη συγκυρία.
2. Είκοσι χρόνια μετά την εισαγωγή του ευρώ έκθεση του γερμανικού Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής δείχνει ότι η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν ενισχύσει την ευημερία τους, ενώ η Γαλλία και η Ιταλία είναι οι μεγάλες χαμένες. Η Ελλάδα είναι επίσης κερδισμένη, καθώς η καθοδική πορεία της τελευταίας δεκαετίας δεν «κατάφερε» να διαγράψει τα κέρδη της πρώτης δεκαετίας του ευρώ. Μάλιστα, οι αναλυτές προσδιορίζουν το συνολικό αποτέλεσμα μέχρι τα τέλη του 2017 σε δύο δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε περίπου 200 ευρώ ανά κάτοικο.
3. Κάτω από το 75% του μέσου κοινοτικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ βρίσκονταν το 2017 δώδεκα ελληνικές περιφέρειες, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat). Στο σύνολο της χώρας το μέσο κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (σε όρους αγοραστικής δύναμης) διαμορφώθηκε στο 67% του μέσου κοινοτικού. Μόνο η Αττική (91% του κοινοτικού ΑΕΠ) κατέγραψε κατά κεφαλήν ΑΕΠ άνω του 75% του κοινοτικού. Πιο χαμηλά βρίσκονται η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (46%), η Ήπειρος και το Βόρειο Αιγαίο (48%) και η Δυτική Ελλάδα (49%), που κατατάσσονται μέσα στην τελευταία 20άδα των πιο φτωχών περιοχών της Ένωσης. Ακολουθούν με καλύτερη εικόνα η Θεσσαλία (52%), η Κεντρική Μακεδονία (53%), η Πελοπόννησος (56%), η Κρήτη (57%), η Δυτική Μακεδονία (59%), η Στερεά Ελλάδα και τα Ιόνια Νησιά (62%) και το Νότιο Αιγαίο (72%).
Αυτά τα δεδομένα της «μεγάλη εικόνας» οδηγούν σε συγκεκριμένα συμπεράσματα για το μέλλον της χώρας, αλλά και της Βορείου Ελλάδος. Για το τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνει, πέρα από κοσμοθεωρίες, ιδεοληψίες και πολιτικάντικους ακροβατισμούς, που δεν οδηγούν πουθενά. Κατ’ αρχήν η χώρα οφείλει να επανέλθει τάχιστα στην πεποίθηση ότι η μόνη στρατηγική της επιλογή είναι η συμπόρευση με τα ανεπτυγμένα κράτη της Ευρώπης.
Όχι μόνο λόγω πολιτισμικής συγγένειας, αλλά και οικονομικού συμφέροντος. Προφανώς δεν πρόκειται για εύκολη και ανέφελη πορεία. Θέλει προσπάθεια και μεταρρυθμίσεις –η λέξη στην Ελλάδα έχει φθαρεί μέχρι εξευτελισμού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχει χάσει τη βαρύτητα και τη σημασία της για όσους επιμένουν ρεαλιστικά.
Επίσης, η κοινωνία –τουλάχιστον το ποσοστό που έχει τέτοιες σκέψεις- μάλλον πρέπει να ξεχάσει οριστικά τα περί επιστροφής στο εθνικό νόμισμα. Προφανώς το νόμισμα από μόνο του δε σημαίνει και πολλά –σημασία έχει η αγοραστική δύναμη που αντιπροσωπεύει-, εκτός κι αν πρόκειται για ένα… ισχυρό νόμισμα.
Το τρίτο σίγουρο συμπέρασμα είναι ότι ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν επειγόντως στην Ελλάδα είναι η ενίσχυση της περιφερειακής ανάπτυξης. Δηλαδή η ανατροπή του συγκεντρωτισμού, που στην Ελλάδα ξεκινάει, αλλά δυστυχώς δεν τελειώνει στο δημόσιο, δηλαδή στο κράτος. Από εκεί, όμως, πρέπει να αρχίσουν οι αλλαγές, καθώς σε κάθε οικονομία τον τόνο δίνουν οι μέθοδοι του πιο μεγάλου και του πιο ισχυρού, που στην Ελλάδα της ιδιωτικής οικονομίας και του ανταγωνισμού είναι το… κράτος.
Γιώργος Μητράκης, voria.gr
Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση του ευρώ ως κοινό νόμισμα στην Ευρωζώνη και δέκα χρόνια από την εκδήλωση της κρίσης...
... στην Ελλάδα, που οδήγησε στην μεγαλύτερη σε διάρκεια ύφεση που έχει καταγραφεί σε ανεπτυγμένη χώρα εν καιρώ ειρήνης, στοιχεία που έρχονται από διάφορες εκθέσεις και διαφορετικές μελέτες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η χώρα μας βγήκε συνολικά κερδισμένη από τη συμμετοχή της στον πυρήνα των ευρωπαϊκών οικονομικών εξελίξεων.
Τα ίδια στοιχεία διαλύουν τους παλαιότερους αστικούς μύθους –αστικοί διότι διαμορφώθηκαν και εμφιλοχωρούν κυρίως στον κλεινόν άστυ, ήτοι στην πρωτεύουσα της χώρας- περί του ενιαίου οικονομικού χώρου των Βαλκανίων, αλλά και τους πρόσφατους περί συναναπτύξεως των χωρών της περιοχής. Όπως φαίνεται από τα στοιχεία –τα γράμματα, τα ποσοστά, τα μεγέθη και τους αριθμούς- η Ελλάδα ακόμη και σήμερα βρίσκεται ακόμη πολύ μπροστά σε οικονομική ανάπτυξη από τους γείτονες της.
Ακόμη και η Βόρεια Ελλάδα, που λόγω γεωγραφικής εγγύτητας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα προς Βορράν, οφείλει να αντιμετωπίζει την περιοχή με όρους γειτονίας και όχι στρατηγικής συνεργασίας. Για τη χώρα μας η ευρωπαϊκή πορεία με αυστηρούς θεσμικούς και οικονομικούς όρους είναι μονόδρομος για να κρατηθεί στην πρώτη ταχύτητα της Ευρώπης και να βελτιώσει εν συνεχεία τη θέση της ανάμεσα στις ανεπτυγμένες κοινωνίες και οικονομίες του πλανήτη.
Τα δεδομένα των τελευταίων ημερών καταγράφουν τη μεγάλη εικόνα και επί της ουσίας «υποδεικνύουν» τι πρέπει να γίνει στη συνέχεια, μακριά από υπεραισιοδοξίες ή μηδενισμούς.
Σημειώστε:
1. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία η Βουλγαρία που είναι πλήρες μέλος της ΕΕ, αλλά δεν συμμετέχει στην Ευρωζώνη, την τελευταία δεκαετία αύξησε το Ακαθάρριστο Εγχώριο Προϊόν της κατά 30% και κάτι παραπάνω, γεγονός που οδήγησε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας των 7 εκατομμυρίων κατοίκων στα 9.740 δολάρια.
Την ίδια περίοδο, δηλαδή τα τελευταία δέκα χρόνια, η Ελλάδα έχασε περίπου το 25% του ΑΕΠ και το κατά κεφαλήν Εισόδημα διαμορφώνεται για τα 11,1 εκατομμύρια κατοίκους στα 19.980 δολάρια. Η διαφορά, που είναι από μόνη της μεγάλη, γίνεται τεράστια εάν συνυπολογίσει κανείς τη συγκυρία.
2. Είκοσι χρόνια μετά την εισαγωγή του ευρώ έκθεση του γερμανικού Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής δείχνει ότι η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν ενισχύσει την ευημερία τους, ενώ η Γαλλία και η Ιταλία είναι οι μεγάλες χαμένες. Η Ελλάδα είναι επίσης κερδισμένη, καθώς η καθοδική πορεία της τελευταίας δεκαετίας δεν «κατάφερε» να διαγράψει τα κέρδη της πρώτης δεκαετίας του ευρώ. Μάλιστα, οι αναλυτές προσδιορίζουν το συνολικό αποτέλεσμα μέχρι τα τέλη του 2017 σε δύο δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε περίπου 200 ευρώ ανά κάτοικο.
3. Κάτω από το 75% του μέσου κοινοτικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ βρίσκονταν το 2017 δώδεκα ελληνικές περιφέρειες, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat). Στο σύνολο της χώρας το μέσο κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (σε όρους αγοραστικής δύναμης) διαμορφώθηκε στο 67% του μέσου κοινοτικού. Μόνο η Αττική (91% του κοινοτικού ΑΕΠ) κατέγραψε κατά κεφαλήν ΑΕΠ άνω του 75% του κοινοτικού. Πιο χαμηλά βρίσκονται η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (46%), η Ήπειρος και το Βόρειο Αιγαίο (48%) και η Δυτική Ελλάδα (49%), που κατατάσσονται μέσα στην τελευταία 20άδα των πιο φτωχών περιοχών της Ένωσης. Ακολουθούν με καλύτερη εικόνα η Θεσσαλία (52%), η Κεντρική Μακεδονία (53%), η Πελοπόννησος (56%), η Κρήτη (57%), η Δυτική Μακεδονία (59%), η Στερεά Ελλάδα και τα Ιόνια Νησιά (62%) και το Νότιο Αιγαίο (72%).
Αυτά τα δεδομένα της «μεγάλη εικόνας» οδηγούν σε συγκεκριμένα συμπεράσματα για το μέλλον της χώρας, αλλά και της Βορείου Ελλάδος. Για το τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνει, πέρα από κοσμοθεωρίες, ιδεοληψίες και πολιτικάντικους ακροβατισμούς, που δεν οδηγούν πουθενά. Κατ’ αρχήν η χώρα οφείλει να επανέλθει τάχιστα στην πεποίθηση ότι η μόνη στρατηγική της επιλογή είναι η συμπόρευση με τα ανεπτυγμένα κράτη της Ευρώπης.
Όχι μόνο λόγω πολιτισμικής συγγένειας, αλλά και οικονομικού συμφέροντος. Προφανώς δεν πρόκειται για εύκολη και ανέφελη πορεία. Θέλει προσπάθεια και μεταρρυθμίσεις –η λέξη στην Ελλάδα έχει φθαρεί μέχρι εξευτελισμού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχει χάσει τη βαρύτητα και τη σημασία της για όσους επιμένουν ρεαλιστικά.
Επίσης, η κοινωνία –τουλάχιστον το ποσοστό που έχει τέτοιες σκέψεις- μάλλον πρέπει να ξεχάσει οριστικά τα περί επιστροφής στο εθνικό νόμισμα. Προφανώς το νόμισμα από μόνο του δε σημαίνει και πολλά –σημασία έχει η αγοραστική δύναμη που αντιπροσωπεύει-, εκτός κι αν πρόκειται για ένα… ισχυρό νόμισμα.
Το τρίτο σίγουρο συμπέρασμα είναι ότι ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν επειγόντως στην Ελλάδα είναι η ενίσχυση της περιφερειακής ανάπτυξης. Δηλαδή η ανατροπή του συγκεντρωτισμού, που στην Ελλάδα ξεκινάει, αλλά δυστυχώς δεν τελειώνει στο δημόσιο, δηλαδή στο κράτος. Από εκεί, όμως, πρέπει να αρχίσουν οι αλλαγές, καθώς σε κάθε οικονομία τον τόνο δίνουν οι μέθοδοι του πιο μεγάλου και του πιο ισχυρού, που στην Ελλάδα της ιδιωτικής οικονομίας και του ανταγωνισμού είναι το… κράτος.
Γιώργος Μητράκης, voria.gr