Η Θεσσαλονίκη επιμένει να λειτουργεί ως παρακολούθημα της πρωτεύουσας
Στην Αμερική εκείνο που μετράει είναι η αποτελεσματικότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ΗΠΑ έγιναν η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Ούτε ότι παραμένουν...
... η μόνη υπερδύναμη. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των αμερικανικών πανεπιστημίων, που αποτελούν τον κινητήριο μοχλό στη δημιουργία και την μακροημέρευση της σύγχρονης αυτοκρατορίας.
Τα τριτοβάθμια ιδρύματα των ΗΠΑ «διαφημίζουν» τους καθηγητές τους τόσο για τους ακαδημαϊκούς τίτλους που συνοδεύουν τον καθένα, όσο και για την αξιοποίηση των γνώσεων και της εμπειρίας τους στο πεδίο της εφαρμοσμένης έρευνας και της πραγματικής οικονομίας.
Το μήνυμα που περνούν είναι ότι ο τάδε καθηγητής μας βρίσκεται μέχρι τη μία το μεσημέρι στα μαθήματα και από εκεί και πέρα «τρέχει» το τάδε τμήμα της δείνα επιχείρησης. Με απλά λόγια είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος δεν ξέρει απλώς τη δουλειά, αλλά εφαρμόζει στην πράξη τα μυστικά της. Είναι δοκιμασμένος στον ανταγωνισμό. Αντέχει σε πραγματικές συνθήκες θερμοκρασίας και πιέσεως.
Το ίδιο λίγο πολύ συμβαίνει και στην πολιτική σκηνή, στην οποία υπηρετούν άνθρωποι που ηγούνται της οικονομίας και της κοινωνίας. Στις ΗΠΑ συχνά όσοι κάνουν πολιτική καριέρα προέρχονται από το χώρο των επιχειρήσεων.
Ενίοτε επιστρέφουν στις δουλειές τους, όταν οι ψηφοφόροι τους αποδοκιμάσουν ή οι ίδιοι αισθανθούν ότι ο κύκλος τους στα δημόσια πράγματα έχει κλείσει. Είναι άνθρωποι επιτυχημένοι στον τομέα τους, γνωρίζουν τις αγορές, έχουν διαχειριστεί πολλούς ανθρώπους και μεγάλα ποσά, τα αποτελέσματα της δραστηριότητας τους είναι χειροπιαστά.
Σχεδόν όλα τα πολιτικά πρόσωπα, από τον δήμαρχο μιας μικρής πόλης, μέχρι τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο και τους υπουργούς της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, συνηθέστατα διαθέτουν εκτός από ακαδημαϊκές σπουδές και πρακτική εμπειρία στον σκληρό ανταγωνιστικό κόσμο της πραγματικής οικονομίας.
Στην Ευρώπη το μοντέλο είναι διαφορετικό. Οι πανεπιστημιακοί είναι εν πολλοίς κλεισμένοι στα γραφεία τους, ενώ τα πολιτικά πρόσωπα κάνουν καριέρα σε αυτή και μόνο τη δουλειά.
Για να καλυφθεί το κενό ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης επιστρατεύονται θεσμοί όπως είναι τα Επιμελητήρια και οι επιχειρηματικοί σύνδεσμοι, που είναι οργανωμένοι με σοβαρότητα και μπορούν να προσφέρουν ουσιαστική συνδρομή. Κυρίως, όμως οι πολιτικοί λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τη γνώμη και τις προτάσεις τους. Όπως έχει αποδειχθεί το σύστημα αυτό δουλεύει και παράγει θετικά αποτελέσματα. Τουλάχιστον τις περισσότερες φορές.
Στην Ελλάδα έχει επικρατήσει ο τρίτος δρόμος. Οι πανεπιστημιακοί στην πλειοψηφία τους παραμένουν μεταξύ των γραφείων τους, των διοικητικών συμβουλίων των ΔΕΚΟ και διαφόρων έμμισθων συμβουλευτικών επιτροπών, τις εισηγήσεις των οποίων κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά.
Τα Επιμελητήρια και οι επιχειρηματικοί φορείς συνηθέστατα λειτουργούν ως συνδικαλιστικές οργανώσεις που ασχολούνται περισσότερο με τα μικρά και λιγότερο με τα μεγάλα. Αραιά και που αναλαμβάνουν να συμβουλεύσουν την πολιτεία διατυπώνοντας τεκμηριωμένες προτάσεις.
Στην πρώτη περίπτωση κάποια αιτήματα ικανοποιούνται αλά καρτ, είτε λόγω μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων, είτε επειδή είναι απολύτως λογικά. Στη δεύτερη περίπτωση οι συμβουλές παραμένουν τυπωμένες σε κάποιο υπόμνημα. Δηλαδή πέφτουν στο κενό. Όσο για τους πολιτικούς στη χώρα μας είναι άνθρωποι καριέρας, οι οποίοι στην καλύτερη περίπτωση έχουν ασκήσει ατομικό επάγγελμα και η επαφή τους με την πιάτσα είναι περιορισμένη. Τα αποτελέσματα τα γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες…
Αυτή η πραγματικότητα, που πολλές φορές αποδεικνύεται καταστροφική στην κεντρική πολιτική σκηνή, είναι εξίσου αναποτελεσματική στην αυτοδιοίκηση. Η Θεσσαλονίκη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αντί να αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα της δεύτερης πόλης, όπου λόγω της έλλειψης άμεσης παρέμβασης της κεντρικής εξουσίας, οι τοπικοί παράγοντες έχουν ζωτικό χώρο δράσης, επιμένει να λειτουργεί ως παρακολούθημα της πρωτεύουσας.
Στην καλύτερη περίπτωση διεκδικεί το ποσοστό που της αναλογεί από την πρωτεύουσα και αρκείται στα αυτονόητα. Οι τοπικοί παράγοντες αρκούνται να πανηγυρίζουν όταν επιτυγχάνουν στο πεδίο της απλής λογικής, ενώ οι επίδοξοι διάδοχοι τους υποστηρίζουν απλώς ότι τα καταφέρνουν καλύτερα.
Είναι σαφές ότι ακόμη και επί των ημερών του Γιάννη Μπουτάρη, ενός δημάρχου ο οποίος είναι παιδί του κέντρου της πόλης και επί δεκαετίες άσκησε επιχειρηματική δραστηριότητα, το «πρότζεκτ Θεσσαλονίκη» αποτελεί ζητούμενο. Και μάλλον είναι καταδικασμένο να παραμείνει ανενεργό, διότι αφενός το θεσμικό πλαίσιο της χώρας είναι ασφυκτικό και αφετέρου οι υποψήφιοι να το διαχειριστούν έχουν αποδεχθεί –εάν δε βολεύονται- με αυτή τη γραφειοκρατία.
Οι περισσότεροι, τουλάχιστον, δε γνωρίζουν άλλο τρόπο. Απόδειξη γι’ αυτό η μέχρι σήμερα επαγγελματική τους δραστηριότητα, αλλά και ο τρόπος που κινούνται στη δημόσια σφαίρα.
Οπότε οι ρεαλιστικές προσδοκίες από τις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές του προσεχούς Μαΐου είναι περιορισμένες. Για τη δική μας ελληνική και πραγματική Θεσσαλονίκη. Διότι για την άλλη, την φανταστική, την υποθετική, τη Θεσσαλονίκη των… ΗΠΑ, ίσως τα πράγματα να εξελιχθούν διαφορετικά.
Γιώργος Μητράκης, voria.gr
Στην Αμερική εκείνο που μετράει είναι η αποτελεσματικότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ΗΠΑ έγιναν η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Ούτε ότι παραμένουν...
... η μόνη υπερδύναμη. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των αμερικανικών πανεπιστημίων, που αποτελούν τον κινητήριο μοχλό στη δημιουργία και την μακροημέρευση της σύγχρονης αυτοκρατορίας.
Τα τριτοβάθμια ιδρύματα των ΗΠΑ «διαφημίζουν» τους καθηγητές τους τόσο για τους ακαδημαϊκούς τίτλους που συνοδεύουν τον καθένα, όσο και για την αξιοποίηση των γνώσεων και της εμπειρίας τους στο πεδίο της εφαρμοσμένης έρευνας και της πραγματικής οικονομίας.
Το μήνυμα που περνούν είναι ότι ο τάδε καθηγητής μας βρίσκεται μέχρι τη μία το μεσημέρι στα μαθήματα και από εκεί και πέρα «τρέχει» το τάδε τμήμα της δείνα επιχείρησης. Με απλά λόγια είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος δεν ξέρει απλώς τη δουλειά, αλλά εφαρμόζει στην πράξη τα μυστικά της. Είναι δοκιμασμένος στον ανταγωνισμό. Αντέχει σε πραγματικές συνθήκες θερμοκρασίας και πιέσεως.
Το ίδιο λίγο πολύ συμβαίνει και στην πολιτική σκηνή, στην οποία υπηρετούν άνθρωποι που ηγούνται της οικονομίας και της κοινωνίας. Στις ΗΠΑ συχνά όσοι κάνουν πολιτική καριέρα προέρχονται από το χώρο των επιχειρήσεων.
Ενίοτε επιστρέφουν στις δουλειές τους, όταν οι ψηφοφόροι τους αποδοκιμάσουν ή οι ίδιοι αισθανθούν ότι ο κύκλος τους στα δημόσια πράγματα έχει κλείσει. Είναι άνθρωποι επιτυχημένοι στον τομέα τους, γνωρίζουν τις αγορές, έχουν διαχειριστεί πολλούς ανθρώπους και μεγάλα ποσά, τα αποτελέσματα της δραστηριότητας τους είναι χειροπιαστά.
Σχεδόν όλα τα πολιτικά πρόσωπα, από τον δήμαρχο μιας μικρής πόλης, μέχρι τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο και τους υπουργούς της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, συνηθέστατα διαθέτουν εκτός από ακαδημαϊκές σπουδές και πρακτική εμπειρία στον σκληρό ανταγωνιστικό κόσμο της πραγματικής οικονομίας.
Στην Ευρώπη το μοντέλο είναι διαφορετικό. Οι πανεπιστημιακοί είναι εν πολλοίς κλεισμένοι στα γραφεία τους, ενώ τα πολιτικά πρόσωπα κάνουν καριέρα σε αυτή και μόνο τη δουλειά.
Για να καλυφθεί το κενό ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης επιστρατεύονται θεσμοί όπως είναι τα Επιμελητήρια και οι επιχειρηματικοί σύνδεσμοι, που είναι οργανωμένοι με σοβαρότητα και μπορούν να προσφέρουν ουσιαστική συνδρομή. Κυρίως, όμως οι πολιτικοί λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τη γνώμη και τις προτάσεις τους. Όπως έχει αποδειχθεί το σύστημα αυτό δουλεύει και παράγει θετικά αποτελέσματα. Τουλάχιστον τις περισσότερες φορές.
Στην Ελλάδα έχει επικρατήσει ο τρίτος δρόμος. Οι πανεπιστημιακοί στην πλειοψηφία τους παραμένουν μεταξύ των γραφείων τους, των διοικητικών συμβουλίων των ΔΕΚΟ και διαφόρων έμμισθων συμβουλευτικών επιτροπών, τις εισηγήσεις των οποίων κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά.
Τα Επιμελητήρια και οι επιχειρηματικοί φορείς συνηθέστατα λειτουργούν ως συνδικαλιστικές οργανώσεις που ασχολούνται περισσότερο με τα μικρά και λιγότερο με τα μεγάλα. Αραιά και που αναλαμβάνουν να συμβουλεύσουν την πολιτεία διατυπώνοντας τεκμηριωμένες προτάσεις.
Στην πρώτη περίπτωση κάποια αιτήματα ικανοποιούνται αλά καρτ, είτε λόγω μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων, είτε επειδή είναι απολύτως λογικά. Στη δεύτερη περίπτωση οι συμβουλές παραμένουν τυπωμένες σε κάποιο υπόμνημα. Δηλαδή πέφτουν στο κενό. Όσο για τους πολιτικούς στη χώρα μας είναι άνθρωποι καριέρας, οι οποίοι στην καλύτερη περίπτωση έχουν ασκήσει ατομικό επάγγελμα και η επαφή τους με την πιάτσα είναι περιορισμένη. Τα αποτελέσματα τα γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες…
Αυτή η πραγματικότητα, που πολλές φορές αποδεικνύεται καταστροφική στην κεντρική πολιτική σκηνή, είναι εξίσου αναποτελεσματική στην αυτοδιοίκηση. Η Θεσσαλονίκη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αντί να αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα της δεύτερης πόλης, όπου λόγω της έλλειψης άμεσης παρέμβασης της κεντρικής εξουσίας, οι τοπικοί παράγοντες έχουν ζωτικό χώρο δράσης, επιμένει να λειτουργεί ως παρακολούθημα της πρωτεύουσας.
Στην καλύτερη περίπτωση διεκδικεί το ποσοστό που της αναλογεί από την πρωτεύουσα και αρκείται στα αυτονόητα. Οι τοπικοί παράγοντες αρκούνται να πανηγυρίζουν όταν επιτυγχάνουν στο πεδίο της απλής λογικής, ενώ οι επίδοξοι διάδοχοι τους υποστηρίζουν απλώς ότι τα καταφέρνουν καλύτερα.
Είναι σαφές ότι ακόμη και επί των ημερών του Γιάννη Μπουτάρη, ενός δημάρχου ο οποίος είναι παιδί του κέντρου της πόλης και επί δεκαετίες άσκησε επιχειρηματική δραστηριότητα, το «πρότζεκτ Θεσσαλονίκη» αποτελεί ζητούμενο. Και μάλλον είναι καταδικασμένο να παραμείνει ανενεργό, διότι αφενός το θεσμικό πλαίσιο της χώρας είναι ασφυκτικό και αφετέρου οι υποψήφιοι να το διαχειριστούν έχουν αποδεχθεί –εάν δε βολεύονται- με αυτή τη γραφειοκρατία.
Οι περισσότεροι, τουλάχιστον, δε γνωρίζουν άλλο τρόπο. Απόδειξη γι’ αυτό η μέχρι σήμερα επαγγελματική τους δραστηριότητα, αλλά και ο τρόπος που κινούνται στη δημόσια σφαίρα.
Οπότε οι ρεαλιστικές προσδοκίες από τις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές του προσεχούς Μαΐου είναι περιορισμένες. Για τη δική μας ελληνική και πραγματική Θεσσαλονίκη. Διότι για την άλλη, την φανταστική, την υποθετική, τη Θεσσαλονίκη των… ΗΠΑ, ίσως τα πράγματα να εξελιχθούν διαφορετικά.
Γιώργος Μητράκης, voria.gr