10 Οκτωβρίου 2016

Με τον "σφυγμό της κοινωνίας" αποφασίζουν οι δικαστές;

Επικίνδυνα παιχνίδια της κυβέρνησης με την Δικαιοσύνη

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας έστρεψε επανειλημμένως τα φώτα της δημοσιότητας επάνω του κατά την τελευταία εβδομάδα και προβλημάτισε πολλούς...


... με λόγους και ενέργειες. Αλλά την αφορμή για να δημιουργηθούν ερωτηματικά έδωσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, και αυτός επίσης με τις δηλώσεις και τις πράξεις του.

Η αρχή έγινε με την δήλωση του πρωθυπουργού στην Βουλή, όπου ουσιαστικώς έδειξε μεγάλη βεβαιότητα πως η απόφαση του ΣτΕ για το θέμα των τηλεοπτικών αδειοδοτήσεων θα ήταν σύμφωνη με τις κυβερνητικές απόψεις, δίνοντας την αφορμή στην αντιπολίτευση να υπαινιχθεί επέμβαση της κυβέρνησης στην δικαστική εξουσία. Και οι υπαινιγμοί επιτάθηκαν όταν περιέργως ο Πρόεδρος του ΣτΕ ματαίωσε την διάσκεψη της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις εκκρεμείς ενώπιον του Δικαστηρίου υποθέσεις των τηλεοπτικών αδειών, δηλώνοντας: «Εν όψει του κλίματος, το οποίο επιχειρείται να διαμορφωθεί τις τελευταίες, ιδίως, ημέρες από δημόσιες τοποθετήσεις και εκδηλώσεις ως προς την έκβαση της διασκέψεως». Οι Έλληνες πολίτες μετ’ εκπλήξεως πληροφορήθηκαν πως οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης επηρεάζονται από το "διαμορφούμενο κλίμα" στην κοινή γνώμη.

Πρόκειται για ανωτάτους στην ιεραρχία δικαστές, οι οποίοι αλίμονο αν επηρεάζονται από το "κλίμα", δοθέντος ότι θεωρείται δεδομένο πως οι δικαστές είναι ανεπηρέαστοι από έξωθεν παρεμβάσεις προσώπων και "κλίματος".

Στα δικαστήρια ενόρκων, είναι φυσικό να λαμβάνεται υπόψη το διαμορφούμενο κλίμα στην κοινή γνώμη, από την οποία προέρχονται οι ένορκοι, όπως και τυχούσες κινητοποιήσεις οργανωμένων ομάδων πολιτών προς επηρεασμό της δικαιοσύνης, γι’ αυτόν τον λόγο και οι δίκες γίνονται σε άλλη πόλη από αυτήν που τελέστηκε το έγκλημα, και σε μεθύστερο χρόνο για να λησμονηθούν κάπως τα περιστατικά.

Στην περίπτωσή μας όμως, δεν συντρέχουν τέτοιοι λόγοι, και μάλιστα πρόκειται για το ανώτατο Δικαστήριο, ελλείψει Συνταγματικού Δικαστηρίου, που το προβλέπει μεν το Σύνταγμα του 1975, αλλά φαίνεται πως κάποιοι έχουν λόγους να μη ιδρύεται. Και βεβαίως, θα αναρωτηθεί κάποιος -επειδή είναι η μοναδική φορά- όλα τα προηγούμενα χρόνια που αποφάσιζε το ΣτΕ, σε καμιά περίπτωση δεν εμπόδιζε το "κλίμα", ή κάποιες αποφάσεις ήσαν συναφείς με αυτό, αλλά δεν το πληροφορούμασταν;

Είναι αλήθεια, πως εδώ και αρκετά χρόνια γίνονται συζητήσεις στην Ευρώπη, σε ακαδημαϊκούς κύκλους, ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το "κοινό περί δικαίου αίσθημα" (κατάλληλος να μας το εξηγήσει αυτό είναι ο ομ. καθηγητής του ΑΠΘ στην Κοινωνιολογία του Δικαίου, Ν. Ιντσεσίλογλου). Φαίνεται, πως ενδεχομένως συμβαίνει ήδη αυτό, από την ευκολία, θα έλεγα, που απαλλάσσονται των χρεών πολλοί δανειολήπτες, με αποφάσεις που ικανοποιούν αυτό το αίσθημα περί δικαίου της κοινής γνώμης λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει η πλειονότητα του λαού.
Επαναλαμβάνω όμως, πως εδώ μιλάμε για το Ανώτατο Δικαστήριο, που αλίμονο αν επηρεάζεται από το "κλίμα", όπως άλλωστε παρατήρησαν και οι παραιτηθέντες αντιπρόεδροι του ΣτΕ, από την Ένωσή τους.

Ο πρόεδρος του ΣτΕ, φρόντισε να μας εκπλήξει και με άλλη δήλωσή του, παρόμοια με την προηγούμενη: «Το καθήκον μας είναι να πιάσουμε το σφυγμό της κοινωνίας», είπε, εξερχόμενος της διασκέψεως με τον πρωθυπουργό - άλλη πρωτοτυπία κι αυτή. Ο δικαστής με ποιον τρόπο "πιάνει αυτόν τον σφυγμό" της κοινωνίας, δεδομένου ότι αυτή δεν αποτελεί ενιαίο αδιάσπαστο σύνολο, αλλά είναι άθροισμα πολλών αντιτιθεμένων μεταξύ τους κοινωνικών ομάδων, όπου η κάθε μια έχει άλλο "σφυγμό", αναλόγως των συμφερόντων της. Κατ’ εμέ, που πιάνω κι εγώ τον σφυγμό της τμήματος της κοινωνίας της οποίας είμαι μέλος, ήμουν βέβαιος πως το ΣτΕ θα αποφάσιζε πως ο νόμος Παππά είναι αντισυνταγματικός. Άρα, ο κ. Πρόεδρος δεν έπιασε τον δικό μου σφυγμό. Και γιατί ο κυβερνητικός σφυγμός, είναι πιο έγκυρος από τον δικό μου;

Κι ένα τελευταίο ζήτημα. Γράφει ο Θανάσης Μαυρίδης στο liberal: «Την ώρα που έχει γίνει ο κακός χαμός με το Συμβούλιο της Επικρατείας και την στάση που έχει τηρήσει ο Πρόεδρός του, ο κύριος Τσίπρας καλεί τους επικεφαλής των Δικαστηρίων και τους τάζει μισθολογικές αυξήσεις. Προσέξτε! Όχι τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των δικαστών, αλλά τους επικεφαλής των Δικαστηρίων. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς καχύποπτος για να συνδέσει τα γεγονότα μεταξύ τους. Κάτι που οπωσδήποτε θα σκέφτηκαν και οι σύμβουλοι του κ. Τσίπρα πριν την συνάντηση. Κι όμως το έκαναν! Προφανώς επειδή δεν τους ενοχλούν τέτοιου είδους συνειρμοί».

Η δική μου εκδοχή είναι διαφορετική. Όχι μόνον δεν τους ενοχλούν αυτοί οι συνειρμοί, που λέει ο Θ. Μαυρίδης, αλλ’ απεναντίας η Αριστερά τους επιδιώκει για να στείλει μήνυμα σε όσους αντιδρούν, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε καθεστώς, και ότι ελέγχει και την Δικαιοσύνη, γι’ αυτό να κλείσουν τα στόματα όσων αντιδρούν. Και αυτό το πέτυχε ανακοινώνοντας -από την πολύωρη συζήτηση με τους επικεφαλής των Δικαστηρίων- μόνον τα περί αύξησης των μισθών.

Ποιο μήνυμα πήρα εγώ ο πολίτης; Είδατε; Υποσχέθηκα κάποια ψυχουλάκια αύξησης των μισθών τους, και βγήκαν οι πρόεδροι των Ανωτάτων Δικαστηρίων από το Μαξίμου, κάνοντας δηλώσεις θετικές για την κυβέρνηση. Αυτό κατάλαβα. Μπορεί να είναι λάθος, αλλά σημασία έχει τι εντύπωση μού δημιούργησε.

Παίζει άσχημα παιχνίδια η Αριστερά, εκθέτοντας θεσμούς και πρόσωπα.
Ο Μακεδών