Γράφει ο Μακεδών
Από την πρώτη στιγμή της εισβολής του τουρκικού στρατού στην Κύπρο, η πολιτική της Τουρκίας ήταν -και εξακολουθεί να είναι- η πλήρης τουρκοποίηση, κατ’ αρχήν των Κατεχόμενων και στη συνέχεια όλου του νησιού. Ξεκίνησε με τη μεταφορά εποίκων από τα βάθη της Ανατολίας στο κατεχόμενο τμήμα, δημιουργώντας συνθήκες εγκατάλειψής του από τους Τουρκοκύπριους. Λέγεται ότι ίσως και...
... το 60% των γηγενών κατοίκων εγκατέλειψε το νησί.
Ο λόγος αυτής της τακτικής είναι προφανής. Οι τουρκικές κυβερνήσεις δεν εμπιστεύονται τους Τουρκοκυπρίους, οι οποίοι ζούσαν ειρηνικά με τους χριστιανούς, έως ότου η δόλια βρετανική πολιτική ενέπλεξε την Άγκυρα στα δρώμενα του νησιού. Υπενθυμίζεται, ότι το μεγαλύτερο μέρος των Τουρκοκυπρίων είχε ψηφίσει υπέρ της Ένωσης με την Ελλάδα, στο Δημοψήφισμα που διεξήγε η Εθναρχία το 1951. Ίσως μάλιστα, να πρόκειται περί εξισλαμισθέντων Ελλήνων, που έχουν αμυδρή συνείδηση της καταγωγής τους. Γι’ αυτό και κάποτε είχα προτείνει -χωρίς δυστυχώς να υιοθετηθεί- να αποβληθεί ο όρος «Τουρκοκύπριοι» και να χρησιμοποιείται η ονομασία «Κύπριοι μουσουλμάνοι».
Η Τουρκία επομένως, δεν έχει εμπιστοσύνη στους μουσουλμάνους της Κύπρου, γι’ αυτό και τους αντικαθιστά με έποικους. Τα αισθήματα όμως των μουσουλμάνων του νησιού είναι αμοιβαία. Ούτε αυτοί εμπιστεύονται τις τουρκικές κυβερνήσεις, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι, ότι ενώ ευημερούσαν ως ενιαία κοινότητα με τους χριστιανούς, σήμερα το κατά κεφαλήν εισόδημά τους βρίσκεται στο 1/6 των χριστιανών.
Και δεύτερον, η τουρκική διοίκηση είναι αυστηρή και τους απομάκρυνε ουσιαστικά από τη διοίκηση του τόπου τους. Αυτό καταδεικνύεται τόσο από τα δημοσιεύματα του Τύπου των Κατεχόμενων, όσο και από τις τακτικές ανά διαστήματα διαδηλώσεις κατά της τουρκικής διοίκησης, έως του σημείου μάλιστα να υπάρχουν και πανώ που γράφουν «ασ..τίρ Ερντογάν».
Το πρόβλημα του εποικισμού δεν φαίνεται να έχει συζητηθεί ως έπρεπε στις απευθείας διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, έγραψε παλαιότερα η κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος». Έχει τεθεί, αλλά όπως συναφώς προκύπτει και από πληροφορίες, αυτό έγινε ακροθιγώς.
Ο κ. Χριστόφιας έχει δηλώσει, πως η Άγκυρα «θεωρεί τους Τουρκοκύπριους ανθρώπινα όντα δεύτερης κατηγορίας, για αυτό και κουβαλά δεκάδες χιλιάδες έποικους». Και πρόσθεσε πως στόχος του Ερντογάν είναι να κουβαλήσει στην Κύπρο τόσες χιλιάδες έποικους ούτως ώστε να ισοβαθμήσει σε πληθυσμό την κατεχόμενη με την ελεύθερη Κύπρο. Όμως, αυτές τις μεθοδεύσεις δεν τις κατήγγειλε στις συνομιλίες του με τους απέναντι, ούτε και σε διεθνή φόρα.
Το θέμα του εποικισμού δεν αντιμετωπίζεται σαν συνταγή θεραπείας, που παραπέμπει εξαρχής σε εκπτώσεις. Δηλαδή, να ξεκινά η συζήτηση και να υπάρχει σαφής τοποθέτηση ότι ένας αριθμός, αρκούντως σημαντικός θα παραμείνει στο νησί και μετά τη λύση του Κυπριακού. Τέτοιες τοποθετήσεις είναι αντιπαραγωγικές, διαιωνίζουν το πρόβλημα του εποικισμού και διαφαίνεται εξαρχής μια τάση νομιμοποίησης του φαινόμενου.
Έστω κι εάν αριθμητικά μειωθεί ο αριθμός των παρανόμων εκ Τουρκίας εποίκων, η παραμονή ενός τμήματος αποτελεί κίνηση με λάθος μηνύματα. Εάν μετά τη λύση υπάρχει ανάγκη εξέτασης κάποιων εξαιρέσεων, αυτό δεν σημαίνει ότι παραβιάζεται η βασική αρχή: Ο εποικισμός είναι έγκλημα πολέμου και δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί.
Αντιδράσεις δεν υπήρξαν στο βαθμό που θα έπρεπε. Διεθνείς παρεμβάσεις, όσες έγιναν κυρίως από το Συμβούλιο της Ευρώπης, δεν αξιοποιήθηκαν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις της Κύπρου. Μπορεί, όμως, τώρα ενόψει και των νέων καταγγελιών να υπάρξει μια νέα προσέγγιση επί του θέματος.
Και φυσικά, δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι αν επιβληθεί ένα Σχέδιο όπως το ψευδώνυμο του Ανάν, το δημογραφικό πρόβλημα που θα υπάρξει στο νησί, θα το μουσουλμανοποιήσει σε βάθος χρόνου.
Ο Μακεδών
Από την πρώτη στιγμή της εισβολής του τουρκικού στρατού στην Κύπρο, η πολιτική της Τουρκίας ήταν -και εξακολουθεί να είναι- η πλήρης τουρκοποίηση, κατ’ αρχήν των Κατεχόμενων και στη συνέχεια όλου του νησιού. Ξεκίνησε με τη μεταφορά εποίκων από τα βάθη της Ανατολίας στο κατεχόμενο τμήμα, δημιουργώντας συνθήκες εγκατάλειψής του από τους Τουρκοκύπριους. Λέγεται ότι ίσως και...
... το 60% των γηγενών κατοίκων εγκατέλειψε το νησί.
Ο λόγος αυτής της τακτικής είναι προφανής. Οι τουρκικές κυβερνήσεις δεν εμπιστεύονται τους Τουρκοκυπρίους, οι οποίοι ζούσαν ειρηνικά με τους χριστιανούς, έως ότου η δόλια βρετανική πολιτική ενέπλεξε την Άγκυρα στα δρώμενα του νησιού. Υπενθυμίζεται, ότι το μεγαλύτερο μέρος των Τουρκοκυπρίων είχε ψηφίσει υπέρ της Ένωσης με την Ελλάδα, στο Δημοψήφισμα που διεξήγε η Εθναρχία το 1951. Ίσως μάλιστα, να πρόκειται περί εξισλαμισθέντων Ελλήνων, που έχουν αμυδρή συνείδηση της καταγωγής τους. Γι’ αυτό και κάποτε είχα προτείνει -χωρίς δυστυχώς να υιοθετηθεί- να αποβληθεί ο όρος «Τουρκοκύπριοι» και να χρησιμοποιείται η ονομασία «Κύπριοι μουσουλμάνοι».
Η Τουρκία επομένως, δεν έχει εμπιστοσύνη στους μουσουλμάνους της Κύπρου, γι’ αυτό και τους αντικαθιστά με έποικους. Τα αισθήματα όμως των μουσουλμάνων του νησιού είναι αμοιβαία. Ούτε αυτοί εμπιστεύονται τις τουρκικές κυβερνήσεις, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι, ότι ενώ ευημερούσαν ως ενιαία κοινότητα με τους χριστιανούς, σήμερα το κατά κεφαλήν εισόδημά τους βρίσκεται στο 1/6 των χριστιανών.
Και δεύτερον, η τουρκική διοίκηση είναι αυστηρή και τους απομάκρυνε ουσιαστικά από τη διοίκηση του τόπου τους. Αυτό καταδεικνύεται τόσο από τα δημοσιεύματα του Τύπου των Κατεχόμενων, όσο και από τις τακτικές ανά διαστήματα διαδηλώσεις κατά της τουρκικής διοίκησης, έως του σημείου μάλιστα να υπάρχουν και πανώ που γράφουν «ασ..τίρ Ερντογάν».
Το πρόβλημα του εποικισμού δεν φαίνεται να έχει συζητηθεί ως έπρεπε στις απευθείας διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, έγραψε παλαιότερα η κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος». Έχει τεθεί, αλλά όπως συναφώς προκύπτει και από πληροφορίες, αυτό έγινε ακροθιγώς.
Ο κ. Χριστόφιας έχει δηλώσει, πως η Άγκυρα «θεωρεί τους Τουρκοκύπριους ανθρώπινα όντα δεύτερης κατηγορίας, για αυτό και κουβαλά δεκάδες χιλιάδες έποικους». Και πρόσθεσε πως στόχος του Ερντογάν είναι να κουβαλήσει στην Κύπρο τόσες χιλιάδες έποικους ούτως ώστε να ισοβαθμήσει σε πληθυσμό την κατεχόμενη με την ελεύθερη Κύπρο. Όμως, αυτές τις μεθοδεύσεις δεν τις κατήγγειλε στις συνομιλίες του με τους απέναντι, ούτε και σε διεθνή φόρα.
Το θέμα του εποικισμού δεν αντιμετωπίζεται σαν συνταγή θεραπείας, που παραπέμπει εξαρχής σε εκπτώσεις. Δηλαδή, να ξεκινά η συζήτηση και να υπάρχει σαφής τοποθέτηση ότι ένας αριθμός, αρκούντως σημαντικός θα παραμείνει στο νησί και μετά τη λύση του Κυπριακού. Τέτοιες τοποθετήσεις είναι αντιπαραγωγικές, διαιωνίζουν το πρόβλημα του εποικισμού και διαφαίνεται εξαρχής μια τάση νομιμοποίησης του φαινόμενου.
Έστω κι εάν αριθμητικά μειωθεί ο αριθμός των παρανόμων εκ Τουρκίας εποίκων, η παραμονή ενός τμήματος αποτελεί κίνηση με λάθος μηνύματα. Εάν μετά τη λύση υπάρχει ανάγκη εξέτασης κάποιων εξαιρέσεων, αυτό δεν σημαίνει ότι παραβιάζεται η βασική αρχή: Ο εποικισμός είναι έγκλημα πολέμου και δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί.
Αντιδράσεις δεν υπήρξαν στο βαθμό που θα έπρεπε. Διεθνείς παρεμβάσεις, όσες έγιναν κυρίως από το Συμβούλιο της Ευρώπης, δεν αξιοποιήθηκαν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις της Κύπρου. Μπορεί, όμως, τώρα ενόψει και των νέων καταγγελιών να υπάρξει μια νέα προσέγγιση επί του θέματος.
Και φυσικά, δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι αν επιβληθεί ένα Σχέδιο όπως το ψευδώνυμο του Ανάν, το δημογραφικό πρόβλημα που θα υπάρξει στο νησί, θα το μουσουλμανοποιήσει σε βάθος χρόνου.
Ο Μακεδών