Μόλις καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός των όσων συνέβησαν την προηγούμενη εβδομάδα, ας προβληματιστούμε κι εμείς, όσο και αν δεν το συνηθίζουμε, περί του πώς θα αλλάξουμε ζωή, αφού πήραμε λάθος δρόμο. Κι εννοώ -απεχθανόμενος τους λαϊκισμούς- ότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως, αυτά που στερούμαστε σήμερα είναι αυτά που...
... δεν δικαιούμασταν να έχουμε.
Κάθε νουνεχής άνθρωπος και κάθε συνετή οικογένεια ξοδεύει ποσά τα οποία προέρχονται από την εργασιακή δραστηριότητά της ή από νόμιμα εισοδήματα εξ άλλων πηγών. Αν μπορεί να αποταμιεύσει, χωρίς η οικογένεια να στερηθεί τα απαραίτητα ή αν απαιτηθεί ένας προσωρινός δανεισμός για κάλυψη αναγκαίων εξόδων, αυτό δεν είναι κακό. Συμφωνεί και ο Αριστοτέλης
Ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος (στα «Ηθικά Νικομάχεια») διατυπώνει την άποψη: «Μεσότης τις άρα εστίν η αρετή» και διευκρινίζει «μεσότης δε δύο κακιών, της μεν καθ’ υπερβολήν της δε κατ’ έλλειψιν». Η αρετή είναι ανάμεσα στην υπερβολή και στην έλλειψη, λέγει ο Αριστοτέλης. Παραθέτει δε και έναν πίνακα αρετών, για να γίνει περισσότερο κατανοητός.
Στην οικονομία, «κακία-υπερβολή» είναι να ξοδεύεις πολλά περισσότερα από τα εισοδήματά σου, αλλά και «κακία-έλλειψη» είναι να αποταμιεύεις τόσα πολλά ώστε να στερείται η οικογένεια από τα απαραίτητα. Στην πρώτη περίπτωση, λέγει ο Αριστοτέλης, έχουμε να κάνουμε με άνθρωπο «σπάταλο», ενώ στη δεύτερη με «φιλάργυρο».
Ανάμεσα (όχι στο μέσον απαραίτητα) στην υπερβολή και στην έλλειψη βρίσκεται ο «οικονόμος», ο συνετός δηλαδή διαχειριστής των εισοδημάτων του. Εξυπακούεται, ότι κατά τον ελληνικό τρόπο ζωής, η «μεσότης» δεν υποδηλώνει την «μετριότητα» διότι το μέτριο ήταν απορριπτέο. Δεν υπάρχει μεταξύ των αρετών η μετριοφροσύνη, αλλ’ η «υψηλοφροσύνη».
Σύμφωνα με τα παραπάνω, που πιστεύω ότι γίνονται απ’ όλους αποδεκτά, οφείλουμε να αναλογιστούμε αν συμπεριφερθήκαμε ως «οικονόμοι» ή ως «σπάταλοι». Διότι ξοδέψαμε χρήματα που δεν μας ανήκαν, που δεν προέρχονταν από τα εισοδήματά μας, που δεν ήσαν αποτέλεσμα της δικής μας παραγωγής, αλλά χρήματα ξένα, με επιπολαιότητα θα έλεγα, αφήνοντας το χρέος να το αποπληρώσουν τα παιδιά μας.
Την τάση μας αυτή την εκμεταλλεύτηκαν πολιτικοί μετριότητες (κι ας τους θεωρούμε σπουδαίους), που προκειμένου να εξασφαλίσουν την ψήφο μας, αφειδώς παρείχαν αγαθά προς όσους φώναζαν δυνατότερα, κατ’ εκβιαστικό και αντιδημοκρατικό τρόπο. Οι πολιτικοί γνώριζαν καλύτερα από εμάς (ή όφειλαν να γνωρίζουν) ποιο θα ήταν το τέλος μιας αλόγιστης καταναλωτικής πορείας, εμείς κάναμε πως δεν καταλαβαίναμε (άλλωστε δεν μας έλεγχε και κάποιος προς τα πού στρέφαμε τις επιδοτήσεις), ελπίζαμε όμως ότι κάτι θα συμβεί και δεν θα έρθει η ώρα της κρίσης. Ήρθε, όμως.
Δεν ήμαστε λοιπόν ανεύθυνοι κι εμείς. Κάθε συντεχνιακή ομάδα απαιτούσε και έπαιρνε εκβιαστικά ιδιαίτερα προνόμια, στερώντας από το κοινωνικό σύνολο έσοδα, διότι τα προνόμια αυτά τα κάλυπτε ο κρατικός προϋπολογισμός, δηλαδή οι υπόλοιποι. Αντιδημοκρατική και αντικοινωνική συμπεριφορά, αλλά έγινε θεσμός. Οι εκπρόσωποί μας, αντί να σκεφτούν το συμφέρον του συνόλου, σκέφτονταν το προσωπικό τους όφελος, και τους τα παρείχαν.
Αλλ’ ακόμη χειρότερα. Αφού γεμίσαμε το πορτοφόλι με χρήματα που δεν ήταν δικά μας, αδιαφορήσαμε για το όργιο διαφθοράς σε υψηλό επίπεδο. Αρκετοί πολιτικοί ή μεγαλοθεσίτες, ρίχνοντάς μας το κοκαλάκι από την μπριζόλα, έτρωγαν αυτοί το ψαχνό μαζί με τους διάφορους μεσάζοντες. Και όλοι ήμασταν ικανοποιημένοι.
Ήρθε η ώρα να νοικοκυρευτούμε. Αλλά και να απαιτήσουμε να σταματήσουν επί τέλους οι χαριστικές πράξεις τόσο προς τους «εθνικούς εργολάβους» και τους ημετέρους με τις αδιαφανείς αναθέσεις έργων (που υπάρχουν καταγγελίες ότι συνεχίζονται), όσο και προς τον κακό συνδικαλισμό, που εκμεταλλεύονται την αδυναμία των υπολοίπων να αντιδράσουν.
Ο Μακεδών
... δεν δικαιούμασταν να έχουμε.
Κάθε νουνεχής άνθρωπος και κάθε συνετή οικογένεια ξοδεύει ποσά τα οποία προέρχονται από την εργασιακή δραστηριότητά της ή από νόμιμα εισοδήματα εξ άλλων πηγών. Αν μπορεί να αποταμιεύσει, χωρίς η οικογένεια να στερηθεί τα απαραίτητα ή αν απαιτηθεί ένας προσωρινός δανεισμός για κάλυψη αναγκαίων εξόδων, αυτό δεν είναι κακό. Συμφωνεί και ο Αριστοτέλης
Ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος (στα «Ηθικά Νικομάχεια») διατυπώνει την άποψη: «Μεσότης τις άρα εστίν η αρετή» και διευκρινίζει «μεσότης δε δύο κακιών, της μεν καθ’ υπερβολήν της δε κατ’ έλλειψιν». Η αρετή είναι ανάμεσα στην υπερβολή και στην έλλειψη, λέγει ο Αριστοτέλης. Παραθέτει δε και έναν πίνακα αρετών, για να γίνει περισσότερο κατανοητός.
Στην οικονομία, «κακία-υπερβολή» είναι να ξοδεύεις πολλά περισσότερα από τα εισοδήματά σου, αλλά και «κακία-έλλειψη» είναι να αποταμιεύεις τόσα πολλά ώστε να στερείται η οικογένεια από τα απαραίτητα. Στην πρώτη περίπτωση, λέγει ο Αριστοτέλης, έχουμε να κάνουμε με άνθρωπο «σπάταλο», ενώ στη δεύτερη με «φιλάργυρο».
Ανάμεσα (όχι στο μέσον απαραίτητα) στην υπερβολή και στην έλλειψη βρίσκεται ο «οικονόμος», ο συνετός δηλαδή διαχειριστής των εισοδημάτων του. Εξυπακούεται, ότι κατά τον ελληνικό τρόπο ζωής, η «μεσότης» δεν υποδηλώνει την «μετριότητα» διότι το μέτριο ήταν απορριπτέο. Δεν υπάρχει μεταξύ των αρετών η μετριοφροσύνη, αλλ’ η «υψηλοφροσύνη».
Σύμφωνα με τα παραπάνω, που πιστεύω ότι γίνονται απ’ όλους αποδεκτά, οφείλουμε να αναλογιστούμε αν συμπεριφερθήκαμε ως «οικονόμοι» ή ως «σπάταλοι». Διότι ξοδέψαμε χρήματα που δεν μας ανήκαν, που δεν προέρχονταν από τα εισοδήματά μας, που δεν ήσαν αποτέλεσμα της δικής μας παραγωγής, αλλά χρήματα ξένα, με επιπολαιότητα θα έλεγα, αφήνοντας το χρέος να το αποπληρώσουν τα παιδιά μας.
Την τάση μας αυτή την εκμεταλλεύτηκαν πολιτικοί μετριότητες (κι ας τους θεωρούμε σπουδαίους), που προκειμένου να εξασφαλίσουν την ψήφο μας, αφειδώς παρείχαν αγαθά προς όσους φώναζαν δυνατότερα, κατ’ εκβιαστικό και αντιδημοκρατικό τρόπο. Οι πολιτικοί γνώριζαν καλύτερα από εμάς (ή όφειλαν να γνωρίζουν) ποιο θα ήταν το τέλος μιας αλόγιστης καταναλωτικής πορείας, εμείς κάναμε πως δεν καταλαβαίναμε (άλλωστε δεν μας έλεγχε και κάποιος προς τα πού στρέφαμε τις επιδοτήσεις), ελπίζαμε όμως ότι κάτι θα συμβεί και δεν θα έρθει η ώρα της κρίσης. Ήρθε, όμως.
Δεν ήμαστε λοιπόν ανεύθυνοι κι εμείς. Κάθε συντεχνιακή ομάδα απαιτούσε και έπαιρνε εκβιαστικά ιδιαίτερα προνόμια, στερώντας από το κοινωνικό σύνολο έσοδα, διότι τα προνόμια αυτά τα κάλυπτε ο κρατικός προϋπολογισμός, δηλαδή οι υπόλοιποι. Αντιδημοκρατική και αντικοινωνική συμπεριφορά, αλλά έγινε θεσμός. Οι εκπρόσωποί μας, αντί να σκεφτούν το συμφέρον του συνόλου, σκέφτονταν το προσωπικό τους όφελος, και τους τα παρείχαν.
Αλλ’ ακόμη χειρότερα. Αφού γεμίσαμε το πορτοφόλι με χρήματα που δεν ήταν δικά μας, αδιαφορήσαμε για το όργιο διαφθοράς σε υψηλό επίπεδο. Αρκετοί πολιτικοί ή μεγαλοθεσίτες, ρίχνοντάς μας το κοκαλάκι από την μπριζόλα, έτρωγαν αυτοί το ψαχνό μαζί με τους διάφορους μεσάζοντες. Και όλοι ήμασταν ικανοποιημένοι.
Ήρθε η ώρα να νοικοκυρευτούμε. Αλλά και να απαιτήσουμε να σταματήσουν επί τέλους οι χαριστικές πράξεις τόσο προς τους «εθνικούς εργολάβους» και τους ημετέρους με τις αδιαφανείς αναθέσεις έργων (που υπάρχουν καταγγελίες ότι συνεχίζονται), όσο και προς τον κακό συνδικαλισμό, που εκμεταλλεύονται την αδυναμία των υπολοίπων να αντιδράσουν.
Ο Μακεδών