Επαγγελματική καταξίωση στο εξωτερικό βρίσκουν χιλιάδες νέοι που εγκαταλείπουν μαζικά την παρακμάζουσα αγορά εργασίας της Ελλάδας. Το νέο κύμα μετανάστευσης, το οποίο ξεκίνησε λίγο πριν από την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης και συνεχίζεται εντονότερο σήμερα, δεν αφορά τόσο τους ανειδίκευτους εργάτες όσο τους νέους επιστήμονες που αναζητούν μια καριέρα ανάλογη...
των σπουδών και των επαγγελματικών προσόντων τους.
Η Ελλάδα των 700, και πρόσφατα των 592, ευρώ δεν προσφέρει ευκαιρίες ούτε για επαγγελματική εξέλιξη ούτε για οικονομική ανεξαρτησία στους νέους, με αποτέλεσμα το εξωτερικό να φαίνεται ως η μόνη λύση. Οι διαπιστώσεις όσων επιλέγουν αυτόν τον δρόμο είναι δύο: Η πρώτη είναι ότι οι μισθοί είναι πολύ καλύτεροι στο εξωτερικό και επιτρέπουν μια αξιοπρεπή διαβίωση, αλλά δίνουν και τη δυνατότητα για αποταμίευση. Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι στο εξωτερικό «ο καλός δεν χάνεται». Οι απαιτήσεις και οι προκλήσεις της εργασίας στο εξωτερικό μπορεί να είναι μεγάλες, αλλά η αξιοκρατία και η ανταμοιβή της προσπάθειας δεν είναι άγνωστες έννοιες. Συχνά το εξωτερικό προτιμάται ακόμα και αν δεν υπάρχει έτοιμη δουλειά και ο νέος επαγγελματίας πρέπει να περάσει από τη διαδικασία των συνεντεύξεων.
Με αυτά τα δεδομένα οι σκέψεις για επιστροφή στη χώρα μας γίνονται μόνο κάτω από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Οι Ελληνες εργαζόμενοι που μίλησαν στο «Εθνος» λένε ότι μόνο η απόλυτη επαγγελματική ασφάλεια και η δυνατότητα ενός μεγάλου εισοδήματος θα τους έκαναν να το σκεφθούν. Οπως επισημαίνουν, ωστόσο, με τις δεδομένες συνθήκες η προοπτική αυτή είναι αρκετά μακρινή.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΚΑΤΖΟΓΛΟΥ
«Στην Αγγλία δεν χρειάζεται μέσον για να δουλέψεις...»
Ο Γιώργος Σακατζόγλου ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Αγγλία το 2004. Επέστρεψε στην Ελλάδα για να εκπληρώσει τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του και αμέσως επέστρεψε στο Νορθάμπτον, όταν διαπίστωσε ότι το μόνο που μπορούσε να του προσφέρει η αγορά εργασίας εδώ ήταν μια θέση με μισθό μικρότερο από 1.000 ευρώ. Σήμερα εργάζεται ως μηχανικός πωλήσεων στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών με ειδίκευση στα συστήματα τηλεδιάσκεψης και, όπως λέει, τα χρήματα που κερδίζει του δίνουν τη δυνατότητα να αποταμιεύει κάθε μήνα ποσό που θα αντιστοιχούσε στον μισθό του αν δούλευε στην Ελλάδα. Επιπλέον, αν και μόλις 29 χρόνων, δέχτηκε ήδη πρόταση από την εταιρεία του για να αναλάβει καλύτερο πόστο.
«Υπάρχει αξιοκρατία και δεν χρειάζεται να μεσολαβήσει κάποιος για να βρεις δουλειά. Ο,τι κατάφερα, το κατάφερα μόνος μου. Ούτε εδώ είναι όλα ρόδινα. Θέλει μεγάλη προσπάθεια για να βρει κάποιος ικανοποιητική δουλειά. Αλλά όποιος έχει όρεξη και ικανότητες θα τα καταφέρει» λέει ο κ. Σακατζόγλου.
Οι πιθανότητες επιστροφής του κ. Σακατζόγλου στην Ελλάδα είναι, υπό τις παρούσες συνθήκες, μακρινές. «Δεν είμαι απόλυτος, αλλά θα επέστρεφα μόνο με μια πρόταση προοπτικής όπως για παράδειγμα να γίνω μέτοχος μιας εταιρείας» καταλήγει ο κ. Σακατζόγλου.
ΕΛΕΝΗ ΓΙΑΝΝΟΥΛΙΔΟΥ
«Αν γυρίσω πρέπει να αλλάξω δουλειά...»
Η κρίση που χτύπησε τους εκδοτικούς οίκους της Ελλάδας δεν άφησε ανεπηρέαστη την Ελένη Γιαννουλίδου η οποία εργαζόταν ως επιμελήτρια αγγλικού διδακτικού υλικού. Η ανακοίνωση ότι ο οίκος στον οποίο εργαζόταν θα έκλεινε το εκδοτικό κομμάτι του, την άφησε χωρίς αντικείμενο. Οι επιλογές που είχε ήταν είτε να αναζητήσει εργασία ως καθηγήτρια αγγλικών είτε να δοκιμάσει την τύχη της στο εξωτερικό. «Δεν είχα κουράγιο να ξαναπάρω τους δρόμους για συνεντεύξεις και να κυνηγάω την αβεβαιότητα που έχεις με τα φροντιστήρια ή τα ιδιαίτερα», σημειώνει. Ευτυχώς, οι σπουδές και το βιογραφικό της ήταν αρκετά για να της εξασφαλίσουν μία θέση στα κεντρικά γραφεία του εκδοτικού οίκου στην Οξφόρδη. «Οι μισθολογικές διαφορές δεν είναι μεγάλες. Ο μισθός μου στην Ελλάδα ήταν 1.300 ευρώ και στην Αγγλία είναι περίπου 2.000. Με δεδομένο ότι η ζωή στην Οξφόρδη είναι ακριβότερη, η διαφορά εξανεμίζεται. Τα θετικά εντοπίζονται στην ασφάλεια της εργασίας και στο ...πολιτισμένο... περιβάλλον». Η εξειδίκευση της αποκλείει το ενδεχόμενο του επαναπατρισμού. «Αν γυρίσω πρέπει να αλλάξω δουλειά», λέει.
ΔΟΜΝΑ ΚΟΣΣΥΦΙΔΟΥ
«Ανθρώπινες οι συνθήκες στη Γαλλία»
«Μη σκεφτείς να γυρίσεις πίσω» ήταν η προτροπή των γονιών και των φίλων της Δόμνας Κοσσυφίδου η οποία τελείωνε πέρυσι τις σπουδές της στη Γαλλία. Ούτως ή άλλως η φύση των σπουδών της -έχει Master πολιτισμικής διαχείρισης- δεν ήταν τέτοια που θα άνοιγε πολλές πόρτες στην Ελλάδα του Μνημονίου. Η επιλογή να παραμείνει στη Γαλλία δικαιώθηκε εκ του αποτελέσματος. Βρήκε σχεδόν αμέσως δουλειά στο αντικείμενό της και τώρα αισθάνεται έτοιμη να κάνει ένα βήμα παραπάνω, καθώς περνάει από τη διαδικασία των συνεντεύξεων για την επόμενη εργασία της. «Στη Γαλλία δουλεύουν 35 ώρες τη βδομάδα και ο βασικός μισθός είναι λίγο πάνω από 1000 ευρώ καθαρά. Επίσης υπάρχει ο θεσμός του διαλείμματος για φαγητό, δηλαδή από τις 12 μέχρι τη 1 όλοι οι εργαζόμενοι έχουνε χρόνο για να φάνε ή να κάνουν ό,τι άλλο επιθυμούν. Σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης είναι επίσης πιο ανεπτυγμένοι. Εγώ ύστερα από 6 μήνες εργασίας είχα δικαίωμα να βγάλω κάρτα ασφάλισης» λέει.
ΚΛΑΙΡΗ ΤΥΡΟΠΟΛΗ
«Εφυγα σαν κυνηγημένη από την Ελλάδα»
Η Κλαίρη Τυροπόλη έζησε πολλά χρόνια στο εξωτερικό και αποφάσισε να γυρίσει στην Ελλάδα το 2008. Πολύ σύντομα, ωστόσο, κατάλαβε ότι έκανε λάθος. Αφού πέρασε λίγο παραπάνω από ένας χρόνος, αποφάσισε να φύγει για την Ιρλανδία, όπου είχε ζήσει και στο παρελθόν. Μολονότι πήγε σε μία χώρα που επίσης βρίσκεται στα «δόντια» του μηχανισμού στήριξης, η ψυχολογία της είναι πολύ καλύτερη. «Με όσα βίωσα στην Ελλάδα, έφυγα σαν κυνηγημένη. Πούλησα το σπίτι μου για να κάνω μια νέα αρχή στην πατρίδα μου, αλλά αναγκάστηκα να φύγω ξανά. Παρά την οικονομική ύφεση, στην Ιρλανδία μπορείς να ζήσεις καλύτερα γιατί υπάρχουν δουλειές».
Η κ. Τυροπόλη εργάζεται στον τουριστικό κλάδο ως συνοδός γκρουπ από το εξωτερικό. Τα χρήματα που κερδίζει είναι ικανοποιητικά και σήμερα αισθάνεται αισιόδοξη και δημιουργική. «Ο μισθός μου στην Ελλάδα ήταν 1.400 ευρώ και στην Ιρλανδία 2.700 ευρώ, ενώ και το κόστος ζωής είναι μικρότερο. Ακόμα και την περίοδο που έψαχνα για δουλειά, παρακολουθούσα σεμινάρια με μέντορες που έκαναν μεγάλη προσπάθεια για να με κατευθύνουν και να με βοηθήσουν στην αναζήτηση εργασίας», σημειώνει.
Με αυτά τα δεδομένα, η επιστροφή στην Ελλάδα δεν περνάει καν από το μυαλό της. «Δεν μου αρέσει να λέω μεγάλες κουβέντες, αλλά δεν θέλω να γυρίσω ποτέ και για κανέναν λόγο. Αν έχεις ζήσει σε μια σωστά δομημένη κοινωνία για κάποια χρόνια, είναι πολύ δύσκολο να τα βγάλεις πέρα στην Ελλάδα», καταλήγει η κ. Τυροπόλη.
ΝΙΚΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Οδοντίατρος που βρήκε τη λύση στην Αγγλία
Ο Νίκος Αντωνόπουλος σπούδασε οδοντιατρική στη Ρουμανία και με το τέλος των σπουδών του επέστρεψε για λίγο στην Ελλάδα όπου διαπίστωσε ότι η εξάσκηση του επαγγέλματος δεν ήταν απλή υπόθεση. «Στην Ελλάδα έχουμε πολλούς οδοντιάτρους. Επιπλέον, χρειαζόμουν περίπου 40.000 ευρώ για να ανοίξω ιατρείο και αυτά τα χρήματα δεν υπήρχαν», επισημαίνει.
Η λύση ήρθε από την Αγγλία, η οποία, όπως σημειώνει ο ίδιος, είναι μία χώρα με λίγους οδοντιάτρους σε σχέση με τον πληθυσμό της. «Το αγγλικό κράτος έχει ένα σύστημα σαν το ΙΚΑ και έβαλε αγγελία για αναζήτηση οδοντιάτρων από την Ελλάδα. Στο ξενοδοχείο που έγιναν οι συνεντεύξεις μαζευτήκαμε περίπου 20 άτομα. Είχε μεγάλη ζήτηση η θέση».
Η δουλειά του οδοντιάτρου στην Αγγλία είναι απαιτητική αλλά τα πράγματα πηγαίνουν καλά. «Μου βρήκαν σπίτι και υπέγραψα αμέσως κλειστό συμβόλαιο για δύο χρόνια. Τα χρήματα είναι καλύτερα από αυτά που θα κέρδιζα αν δούλευα στην Ελλάδα. Η δουλειά όμως είναι κουραστική γιατί βλέπω πολλά περιστατικά κάθε μέρα».
Παρά το γεγονός ότι η καριέρα του στην Αγγλία πηγαίνει καλά, ο κ. Αντωνόπουλος θέλει να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Δεν μου αρέσει ο τρόπος ζωής εδώ. Το θέμα είναι ότι πριν φύγω φοβόμουν να δανειστώ για να ανοίξω οδοντιατρείο και τώρα, που έχω κάποιες οικονομίες, φοβάμαι να τις επενδύσω στην Ελλάδα», καταλήγει.
Του Στέλιου Βογιατζάκη
Από ethnos.gr
των σπουδών και των επαγγελματικών προσόντων τους.
Η Ελλάδα των 700, και πρόσφατα των 592, ευρώ δεν προσφέρει ευκαιρίες ούτε για επαγγελματική εξέλιξη ούτε για οικονομική ανεξαρτησία στους νέους, με αποτέλεσμα το εξωτερικό να φαίνεται ως η μόνη λύση. Οι διαπιστώσεις όσων επιλέγουν αυτόν τον δρόμο είναι δύο: Η πρώτη είναι ότι οι μισθοί είναι πολύ καλύτεροι στο εξωτερικό και επιτρέπουν μια αξιοπρεπή διαβίωση, αλλά δίνουν και τη δυνατότητα για αποταμίευση. Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι στο εξωτερικό «ο καλός δεν χάνεται». Οι απαιτήσεις και οι προκλήσεις της εργασίας στο εξωτερικό μπορεί να είναι μεγάλες, αλλά η αξιοκρατία και η ανταμοιβή της προσπάθειας δεν είναι άγνωστες έννοιες. Συχνά το εξωτερικό προτιμάται ακόμα και αν δεν υπάρχει έτοιμη δουλειά και ο νέος επαγγελματίας πρέπει να περάσει από τη διαδικασία των συνεντεύξεων.
Με αυτά τα δεδομένα οι σκέψεις για επιστροφή στη χώρα μας γίνονται μόνο κάτω από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Οι Ελληνες εργαζόμενοι που μίλησαν στο «Εθνος» λένε ότι μόνο η απόλυτη επαγγελματική ασφάλεια και η δυνατότητα ενός μεγάλου εισοδήματος θα τους έκαναν να το σκεφθούν. Οπως επισημαίνουν, ωστόσο, με τις δεδομένες συνθήκες η προοπτική αυτή είναι αρκετά μακρινή.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΚΑΤΖΟΓΛΟΥ
«Στην Αγγλία δεν χρειάζεται μέσον για να δουλέψεις...»
Ο Γιώργος Σακατζόγλου ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Αγγλία το 2004. Επέστρεψε στην Ελλάδα για να εκπληρώσει τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του και αμέσως επέστρεψε στο Νορθάμπτον, όταν διαπίστωσε ότι το μόνο που μπορούσε να του προσφέρει η αγορά εργασίας εδώ ήταν μια θέση με μισθό μικρότερο από 1.000 ευρώ. Σήμερα εργάζεται ως μηχανικός πωλήσεων στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών με ειδίκευση στα συστήματα τηλεδιάσκεψης και, όπως λέει, τα χρήματα που κερδίζει του δίνουν τη δυνατότητα να αποταμιεύει κάθε μήνα ποσό που θα αντιστοιχούσε στον μισθό του αν δούλευε στην Ελλάδα. Επιπλέον, αν και μόλις 29 χρόνων, δέχτηκε ήδη πρόταση από την εταιρεία του για να αναλάβει καλύτερο πόστο.
«Υπάρχει αξιοκρατία και δεν χρειάζεται να μεσολαβήσει κάποιος για να βρεις δουλειά. Ο,τι κατάφερα, το κατάφερα μόνος μου. Ούτε εδώ είναι όλα ρόδινα. Θέλει μεγάλη προσπάθεια για να βρει κάποιος ικανοποιητική δουλειά. Αλλά όποιος έχει όρεξη και ικανότητες θα τα καταφέρει» λέει ο κ. Σακατζόγλου.
Οι πιθανότητες επιστροφής του κ. Σακατζόγλου στην Ελλάδα είναι, υπό τις παρούσες συνθήκες, μακρινές. «Δεν είμαι απόλυτος, αλλά θα επέστρεφα μόνο με μια πρόταση προοπτικής όπως για παράδειγμα να γίνω μέτοχος μιας εταιρείας» καταλήγει ο κ. Σακατζόγλου.
ΕΛΕΝΗ ΓΙΑΝΝΟΥΛΙΔΟΥ
«Αν γυρίσω πρέπει να αλλάξω δουλειά...»
Η κρίση που χτύπησε τους εκδοτικούς οίκους της Ελλάδας δεν άφησε ανεπηρέαστη την Ελένη Γιαννουλίδου η οποία εργαζόταν ως επιμελήτρια αγγλικού διδακτικού υλικού. Η ανακοίνωση ότι ο οίκος στον οποίο εργαζόταν θα έκλεινε το εκδοτικό κομμάτι του, την άφησε χωρίς αντικείμενο. Οι επιλογές που είχε ήταν είτε να αναζητήσει εργασία ως καθηγήτρια αγγλικών είτε να δοκιμάσει την τύχη της στο εξωτερικό. «Δεν είχα κουράγιο να ξαναπάρω τους δρόμους για συνεντεύξεις και να κυνηγάω την αβεβαιότητα που έχεις με τα φροντιστήρια ή τα ιδιαίτερα», σημειώνει. Ευτυχώς, οι σπουδές και το βιογραφικό της ήταν αρκετά για να της εξασφαλίσουν μία θέση στα κεντρικά γραφεία του εκδοτικού οίκου στην Οξφόρδη. «Οι μισθολογικές διαφορές δεν είναι μεγάλες. Ο μισθός μου στην Ελλάδα ήταν 1.300 ευρώ και στην Αγγλία είναι περίπου 2.000. Με δεδομένο ότι η ζωή στην Οξφόρδη είναι ακριβότερη, η διαφορά εξανεμίζεται. Τα θετικά εντοπίζονται στην ασφάλεια της εργασίας και στο ...πολιτισμένο... περιβάλλον». Η εξειδίκευση της αποκλείει το ενδεχόμενο του επαναπατρισμού. «Αν γυρίσω πρέπει να αλλάξω δουλειά», λέει.
ΔΟΜΝΑ ΚΟΣΣΥΦΙΔΟΥ
«Ανθρώπινες οι συνθήκες στη Γαλλία»
«Μη σκεφτείς να γυρίσεις πίσω» ήταν η προτροπή των γονιών και των φίλων της Δόμνας Κοσσυφίδου η οποία τελείωνε πέρυσι τις σπουδές της στη Γαλλία. Ούτως ή άλλως η φύση των σπουδών της -έχει Master πολιτισμικής διαχείρισης- δεν ήταν τέτοια που θα άνοιγε πολλές πόρτες στην Ελλάδα του Μνημονίου. Η επιλογή να παραμείνει στη Γαλλία δικαιώθηκε εκ του αποτελέσματος. Βρήκε σχεδόν αμέσως δουλειά στο αντικείμενό της και τώρα αισθάνεται έτοιμη να κάνει ένα βήμα παραπάνω, καθώς περνάει από τη διαδικασία των συνεντεύξεων για την επόμενη εργασία της. «Στη Γαλλία δουλεύουν 35 ώρες τη βδομάδα και ο βασικός μισθός είναι λίγο πάνω από 1000 ευρώ καθαρά. Επίσης υπάρχει ο θεσμός του διαλείμματος για φαγητό, δηλαδή από τις 12 μέχρι τη 1 όλοι οι εργαζόμενοι έχουνε χρόνο για να φάνε ή να κάνουν ό,τι άλλο επιθυμούν. Σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης είναι επίσης πιο ανεπτυγμένοι. Εγώ ύστερα από 6 μήνες εργασίας είχα δικαίωμα να βγάλω κάρτα ασφάλισης» λέει.
ΚΛΑΙΡΗ ΤΥΡΟΠΟΛΗ
«Εφυγα σαν κυνηγημένη από την Ελλάδα»
Η Κλαίρη Τυροπόλη έζησε πολλά χρόνια στο εξωτερικό και αποφάσισε να γυρίσει στην Ελλάδα το 2008. Πολύ σύντομα, ωστόσο, κατάλαβε ότι έκανε λάθος. Αφού πέρασε λίγο παραπάνω από ένας χρόνος, αποφάσισε να φύγει για την Ιρλανδία, όπου είχε ζήσει και στο παρελθόν. Μολονότι πήγε σε μία χώρα που επίσης βρίσκεται στα «δόντια» του μηχανισμού στήριξης, η ψυχολογία της είναι πολύ καλύτερη. «Με όσα βίωσα στην Ελλάδα, έφυγα σαν κυνηγημένη. Πούλησα το σπίτι μου για να κάνω μια νέα αρχή στην πατρίδα μου, αλλά αναγκάστηκα να φύγω ξανά. Παρά την οικονομική ύφεση, στην Ιρλανδία μπορείς να ζήσεις καλύτερα γιατί υπάρχουν δουλειές».
Η κ. Τυροπόλη εργάζεται στον τουριστικό κλάδο ως συνοδός γκρουπ από το εξωτερικό. Τα χρήματα που κερδίζει είναι ικανοποιητικά και σήμερα αισθάνεται αισιόδοξη και δημιουργική. «Ο μισθός μου στην Ελλάδα ήταν 1.400 ευρώ και στην Ιρλανδία 2.700 ευρώ, ενώ και το κόστος ζωής είναι μικρότερο. Ακόμα και την περίοδο που έψαχνα για δουλειά, παρακολουθούσα σεμινάρια με μέντορες που έκαναν μεγάλη προσπάθεια για να με κατευθύνουν και να με βοηθήσουν στην αναζήτηση εργασίας», σημειώνει.
Με αυτά τα δεδομένα, η επιστροφή στην Ελλάδα δεν περνάει καν από το μυαλό της. «Δεν μου αρέσει να λέω μεγάλες κουβέντες, αλλά δεν θέλω να γυρίσω ποτέ και για κανέναν λόγο. Αν έχεις ζήσει σε μια σωστά δομημένη κοινωνία για κάποια χρόνια, είναι πολύ δύσκολο να τα βγάλεις πέρα στην Ελλάδα», καταλήγει η κ. Τυροπόλη.
ΝΙΚΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Οδοντίατρος που βρήκε τη λύση στην Αγγλία
Ο Νίκος Αντωνόπουλος σπούδασε οδοντιατρική στη Ρουμανία και με το τέλος των σπουδών του επέστρεψε για λίγο στην Ελλάδα όπου διαπίστωσε ότι η εξάσκηση του επαγγέλματος δεν ήταν απλή υπόθεση. «Στην Ελλάδα έχουμε πολλούς οδοντιάτρους. Επιπλέον, χρειαζόμουν περίπου 40.000 ευρώ για να ανοίξω ιατρείο και αυτά τα χρήματα δεν υπήρχαν», επισημαίνει.
Η λύση ήρθε από την Αγγλία, η οποία, όπως σημειώνει ο ίδιος, είναι μία χώρα με λίγους οδοντιάτρους σε σχέση με τον πληθυσμό της. «Το αγγλικό κράτος έχει ένα σύστημα σαν το ΙΚΑ και έβαλε αγγελία για αναζήτηση οδοντιάτρων από την Ελλάδα. Στο ξενοδοχείο που έγιναν οι συνεντεύξεις μαζευτήκαμε περίπου 20 άτομα. Είχε μεγάλη ζήτηση η θέση».
Η δουλειά του οδοντιάτρου στην Αγγλία είναι απαιτητική αλλά τα πράγματα πηγαίνουν καλά. «Μου βρήκαν σπίτι και υπέγραψα αμέσως κλειστό συμβόλαιο για δύο χρόνια. Τα χρήματα είναι καλύτερα από αυτά που θα κέρδιζα αν δούλευα στην Ελλάδα. Η δουλειά όμως είναι κουραστική γιατί βλέπω πολλά περιστατικά κάθε μέρα».
Παρά το γεγονός ότι η καριέρα του στην Αγγλία πηγαίνει καλά, ο κ. Αντωνόπουλος θέλει να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Δεν μου αρέσει ο τρόπος ζωής εδώ. Το θέμα είναι ότι πριν φύγω φοβόμουν να δανειστώ για να ανοίξω οδοντιατρείο και τώρα, που έχω κάποιες οικονομίες, φοβάμαι να τις επενδύσω στην Ελλάδα», καταλήγει.
Του Στέλιου Βογιατζάκη
Από ethnos.gr