19 Δεκεμβρίου 2010

Η ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη για τον προϋπολογισμό

Η ομιλία που έκανε την διαφορά!

Ο προϋπολογισμός του κράτους ταυτίζεται δυστυχώς φέτος με το μέλλον της χώρας. Το κλίμα που υπάρχει στην κοινωνία είναι εξαιρετικά βαρύ για έναν πολύ απλό λόγο. Γιατί συνεχίζουν να κυριαρχούν στο πολιτικό σύστημα οι κομματικοί μικροϋπολογισμοί και δεν λέμε καθαρά στον ελληνικό λαό την πραγματικότητα, την οποία ενστικτωδώς όχι μόνο υποψιάζεται, αλλά πλέον γνωρίζει. Εξακολουθεί το πολιτικό σύστημα ως κυρίαρχη συμπεριφορά να προσφέρει ψεύτικες ελπίδες και λανθασμένες ή ανύπαρκτες λύσεις και να προσπαθεί να μεταθέσει αλλού τις ευθύνες.
Το ΠΑΣΟΚ, ως αντιπολίτευση πολέμησε πάντα με πάθος τις διαρθρωτικές αλλαγές που τώρα υποχρεωτικά εφαρμόζει. Για αυτό και μας οδήγησε ενσυνείδητα στο μηχανισμό στήριξης. Για να έχει την πολιτική δικαιολογία, υπό το πρόσχημα της «απώλειας εθνικής κυριαρχίας», να αναιρέσει όχι μόνο το «λεφτά υπάρχουν», αλλά και όλα όσα έλεγε και έπραττε ως κόμμα για τριάντα χρόνια.

Το σοβαρότερο πρόβλημα όμως δεν είναι οι ευθύνες του παρελθόντος, αυτές λίγο πολύ όλοι της μοιραζόμαστε, άλλοι δια πράξεων και άλλοι -όπως εγώ- κυρίως δια παραλείψεων. Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση εφαρμόζει και σήμερα μια λανθασμένη πολιτική. Γιατί προσπαθεί να μειώσει τα ελλείμματα κυρίως μέσω της αύξησης των φορολογικών συντελεστών και όχι ρίχνοντας το βάρος στο σκέλος των δαπανών του δημόσιου τομέα, όπου κρύβονται -οι εξοργισμένοι σήμερα- κομματικοί στρατοί. Πιέζοντας με τον τρόπο αυτό υπέρογκα τον ιδιωτικό τομέα, που είναι ο μόνος που παράγει πλούτο και μπορεί να μας βγάλει από το αδιέξοδο. Πρόκειται για μια επιλογή που δεν την επέβαλλε η τρόικα, την αποφασίσατε εσείς, όπως εσείς έχετε και την ευθύνη και για την καθυστέρηση των διαρθρωτικών αλλαγών και για την προσαρμογή σε δόσεις, που αυξάνει τον συνολικό δανεισμό και διατηρεί υπαρκτό τον κίνδυνο της χρεοκοπίας.



Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2011, σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης, που περιλαμβάνει και απεικονίζει τα πάντα, επιχειρείται μια προσαρμογή 2,1% του ΑΕΠ, εκ των οποίων 1,6% στα έσοδα (κυρίως με έκτακτα έσοδα) και μόλις 0,5% από τις περικοπές στις δαπάνες. Κυρίως από τις δημόσιες επενδύσεις και αυτό είναι εγκληματικό για την αναπτυξιακή διαδικασία.Η σταδιακή προσαρμογή δεν δοκιμάζει όμως μόνο τις αντοχές της οικονομίας. Το σοβαρότερο είναι ότι δοκιμάζει την κοινωνική συνοχή και την πολιτική βιωσιμότητα του προγράμματος. Οι χώρες, κύριες και κύριοι συνάδελφοι, δεν χρεοκοπούν διότι δεν μπορούν να πληρώσουν. Χρεοκοπούν όταν το πολιτικό τους σύστημα έχει τόσο απαξιωθεί ώστε δεν μπορεί πλέον να φέρει σε πέρας τις δύσκολες αποφάσεις.



Έρχομαι τώρα στην αξιωματική αντιπολίτευση. Αν η κυβέρνηση κάνει μια προσπάθεια με λάθος πολιτικές, η αξιωματική αντιπολίτευση, δέσμια του λαϊκισμού της ηγεσίας της, αποφάσισε να μην έχει οικονομική πολιτική. Δεν έχει πολιτική μείωσης των ελλειμμάτων και περιφέρει ανά την Ευρώπη εξωπραγματικές απόψεις που φέρνουν σε αμηχανία (για λόγους ευγένειας), όλους τους σοβαρούς συνομιλητές της. Εντός της χώρας συνεχίζει να φλερτάρει με τις παραμυθίες περί μηδενισμού του ελλείμματος χωρίς θυσίες. Επειδή όμως η θέση αυτή γελοιοποιήθηκε, παρουσιάζει λιγότερο προκλητικές εκδοχές της ίδιας κενής περιεχομένου πολιτικής, μαζί με την πρόσφατη ανακάλυψη περί στήριξης των διαρθρωτικών αλλαγών. Μακάρι να τις στηρίζει. Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα είναι η ότι αξιωματική αντιπολίτευση δεν καταψήφισε μόνο το μνημόνιο, καταψήφισε επίσης την πιο σημαντική διαρθρωτική αλλαγή, που ήταν το ασφαλιστικό. Και ακολούθησε μια ακραία λαϊκιστική αντιμνημονιακή ρητορική, χωρίς καμία σοβαρή εναλλακτική πρόταση και προοπτική. Και αναρωτιέμαι, δεν καταλαβαίνουν οι συνάδελφοι το πολύ απλό:Ότι για να ξαναρχίσει η ανάπτυξη πρέπει να αρχίσουν και πάλι να μας δανείζουν, γιατί χωρίς λεφτά ανάπτυξη δεν υπάρχει. Σήμερα εκτός του μνημονίου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (που είναι μέρος του μνημονίου), δεν μας δανείζει κανείς. Ούτε το κράτος βρίσκει δανεικά ούτε οι τράπεζες για να χρηματοδοτήσουν τους ιδιώτες. Για να αρχίσουν πάλι να μας δανείζουν πρέπει να μειώσουμε τα ελλείμματα με περικοπές και παράλληλα να προχωρήσουμε σε βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές. Αυτό προβλέπει το μνημόνιο και οι μόνες επιλογές που έχουμε αν δεν θέλουμε να χρεοκοπήσουμε είναι η ταχύτητα, η προέλευση των περικοπών και το βάθος των διαρθρωτικών αλλαγών. Όλα τα άλλα είναι «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε».



Φοβάμαι ότι αυτά τα αυτονόητα τα καταλαβαίνουν πολύ καλά οι φίλοι και συνάδελφοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όπως όλοι μας. Απλώς σιωπούν για λόγους κομματικής επιβίωσης. Και ανέχονται λεονταρισμούς του τύπου «θα δώσω συναίνεση μόνο για μέτρα ανάκαμψης». Που είναι μια τρίτη πιο εύηχη εκδοχή του «λεφτά υπάρχουν» ή του «θα μηδενίσω το έλλειμμα χωρίς θυσίες», με ίδια ακριβώς αξία με τις δύο προηγούμενες εκδοχές.



Στην αριστερά πάλι, οι κυρίαρχες προτάσεις για την επίλυση της κρίσης κινούνται μεταξύ της χρεοκοπίας και της επιστροφής στη δραχμή και της νοσταλγίας για τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Η επαναστατική γυμναστική, με συνεχείς διαδηλώσεις, στο πλαίσιο των οποίων βρίσκουν την ευκαιρία να δράσουν βίαια και τα κάθε είδους ακραία στοιχεία, η ριζοσπαστική ρητορική και παρεμπόδιση καίριων για τη χώρα οικονομικών δραστηριοτήτων όπως ο τουρισμός, διώχνουν και τους τελευταίους εναπομείναντες επενδυτές και οδηγούν χιλιάδες εργαζομένους στην ανεργία και την εξαθλίωση.



Ο λαϊκισμός κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κατατρώγει τα σωθικά της πατρίδας και ενθαρρύνεται δυστυχώς και από πολλαπλά συμφέροντα στον χώρο των μέσων ενημέρωσης, τα οποία για να εκμεταλλευτούν τις τελευταίες ρανίδες ακροαματικότητας και τα τελευταία πακέτα εύκολου και σκοτεινής προέλευσης χρήματος, επιτείνουν την σύγχυση και την αβεβαιότητα πουλώντας στον κόσμο, την ώρα της μεγάλης δυσκολίας, παραμύθια και ακρότητες. Την ίδια στιγμή οι ύποπτες πράξεις και πρακτικές στον χώρο των ΜΜΕ κατεξοχήν εξακολουθούν να βρίσκονται στο απυρόβλητο. Μιλάμε για δίωξη της φοροδιαφυγής και του μαύρου χρήματος και για την υποχρεωτική καθιέρωση της απαγόρευσης χρήσης μετρητών μεταξύ επιχειρήσεων για πάνω από 1500 Ευρώ και παραμένει ατελέσφορη επί δύο κυβερνήσεων η υπόθεση των αγνώστου προελεύσεως 5,5 εκ. του γνωστού εκδότη και δημοσιογράφου Θ.Αναστασιάδη, που με ανεξήγητο τρόπο εμφανίστηκαν στους λογαριασμούς του και κανείς να μην θεωρεί ότι πρέπει να δώσει μια απάντηση στον ελληνικό λαό γιατί υπάρχουν δύο κατηγορίες πολιτών. Πολίτες εντός του συστήματος και πολίτες εκτός του συστήματος. Και δεν είναι μόνο αυτό κύριε υφυπουργέ, είναι ότι όλοι μας θεωρούμαστε από τους πολίτες υπαίτιοι, γιατί λένε τον φοβάστε, γι’ αυτό δεν τον κυνηγάτε, γι’ αυτό είσαστε μουγγοί στη βουλή των ελλήνων. Και σας πάω και στοίχημα ότι δεν θα υπάρχει ένας δημοσιογράφος, ο οποίος θα μεταδώσει αυτό το οποίο λέω εδώ σήμερα. Πάρα ταύτα το χρωστάμε στον ελληνικό λαό όπως χρωστάμε στον ελληνικό λαό να μην παραμείνουν στο σκοτάδι και όλες οι μεγάλες υποθέσεις που αφορούν πολιτικούς. Οι εξεταστικές επιτροπές χρησιμοποιήθηκαν απλώς ως εργαλείο πολιτικής αντιπαράθεσης και εκτόνωσης του κόσμου και δεν κατέληξαν πουθενά. Είμαστε όλοι μαζί στο τσουβάλι, γιατί κανείς δεν τιμωρείται και γιατί ακόμα και σήμερα δεν έχουμε κάνει το αυτονόητο. Να συμφωνήσουμε τώρα, όχι αύριο, τώρα, ότι οι πολιτικοί θα δικάζονται όπως ακριβώς οι απλοί πολίτες. Και επειδή θα μου πείτε ότι χρειάζεται αλλαγή του Συντάγματος, δεχτείτε την τροπολογία της Δημοκρατικής Συμμαχίας. Καταθέσαμε μια τροπολογία όπου αν μη τι άλλο ο αθώος που κατηγορείται αδίκως πολύ γρήγορα θα μπορεί να αποδείξει την αθωότητά του διότι με τη θέλησή του δεν θα δεχθεί την παραγραφή. Είναι μια μικρή τροπολογία που θα διευκολύνει όμως γιατί θα λάμψει η αλήθεια.



Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,



Στο σκοτεινό αυτό περιβάλλον, ο προϋπολογισμός αυτός επιβεβαιώνει τις κυβερνητικές αδυναμίες και την επικίνδυνη επιλογή της προσαρμογής με δόσεις. Ψηφίσαμε τις περικοπές στις ΔΕΚΟ, σας επαναλαμβάνω όμως ότι ο τομέας αυτός, όπου το κομματικό κράτος ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και ανθεί κατ’ εξοχήν η συντεχνιακή νοοτροπία και οι επαγγελματίες κομματικοί συνδικαλιστές, πρέπει να περιοριστεί αποφασιστικά με ριζικές αποκρατικοποιήσεις. Έτσι ώστε να λειτουργήσει με τους όρους και την πειθαρχία του ιδιωτικού τομέα, σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, με το κράτος να εποπτεύει αυστηρά την παροχή κοινωνικού χαρακτήρα αγαθών και να επιδοτεί αυτά που πρέπει, όπως είναι οι αστικές συγκοινωνίες.



Δυστυχώς η κυβέρνηση δεν ακολουθεί αυτό το δρόμο, γιατί εκεί βρίσκονται τα σπλάχνα του ΠΑΣΟΚ, αλλά και γενικότερα του κομματικού συστήματος. Θεωρεί ότι πρέπει να μείνουν στο απυρόβλητο όλοι όσοι κάποτε διορίστηκαν με κομματικά κριτήρια και προτιμά αντί αυτού να κλείνουν χιλιάδες επιχειρήσεις και να μένουν κάθε μήνα δεκάδες χιλιάδες θέσεις άνεργοι στον ιδιωτικό τομέα. Περισσότεροι από 170.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα έχασαν τις δουλειές τους τελευταίους μήνες. Φαίνεται ότι προτιμά να χάνονται θέσεις παραγωγικές, χιλιάδων μικρών επιχειρηματιών και δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων που δημιουργούν πλούτο. Γιατί εκεί φαίνεται ότι βρίσκονται τα παιδιά ενός κατώτερου θεού, κατά το κομματικό μας σύστημα. Εκεί μπορεί οι άνθρωποι να απολύονται χωρίς διαδηλώσεις, χωρίς απεργίες, χωρίς να χάνουν τον ύπνο τους οι κομματάρχες, που δεν τους διόρισαν και οι επαγγελματίες συνδικαλιστές που δεν τους εκπροσωπούν. Αυτό δεν είναι πλέον ανεκτό.



Η μονόπαντη και καθυστερημένη προσαρμογή που επιχειρεί η κυβέρνηση, είναι αυτή που εμποδίζει ακόμα και την σκέψη έστω για πρόσβαση στις αγορές. Με spread στις 900 μονάδες βάσης δεν υπάρχει φως στον ορίζοντα. Για αυτό και εμείς μιλάμε για ανάγκη σαρωτικών διαρθρωτικών αλλαγών σε όλα τα επίπεδα. Κεντρική αλλαγή ο περιορισμός της έκτασης του δημοσίου τομέα, με ευρύτερη συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων, κατά το 1/3 στην επόμενη δεκαετία, με μαζικές αποκρατικοποιήσεις και μεταφορά δραστηριοτήτων στον ιδιωτικό τομέα. Για αυτό και μιλάμε για κατάργηση της μονιμότητας των νεοπροσλαμβανόμενων υπαλλήλων, για εφαρμογή ενός ενιαίου φορολογικού συντελεστή της τάξεως του 20% στις επιχειρήσεις το ταχύτερο δυνατόν, για μαζική και αποφασιστική άρση των εμποδίων στην επιχειρηματικότητα. Για αυτό και ζητάμε δραστική αλλαγή του συνδικαλιστικού μοντέλου, με συνδικαλιστές που να εργάζονται και οικειοθελή κατάργηση των κομματικών παρατάξεων στα συνδικάτα και τα πανεπιστήμια.



Οι αλλαγές αυτές θα μας επιτρέψουν επίσης να αποκτήσουμε ξανά αξιόπιστη φωνή στο εσωτερικό της Ένωσης, όπου τα πράγματα δεν πηγαίνουν καθόλου καλά. Εκεί με την επιμονή των βορείων και προπαντός των Γερμανών καθιερώνεται πλέον ένας μόνιμος μηχανισμός στήριξης των χωρών με προβλήματα. Όμως το ευρώ παραμένει ένα υπερβολικά σκληρό νόμισμα κατάλληλο για τη γερμανική οικονομία, όχι όμως για μια ευρύτερη ευρωζώνη που εμπεριέχει χώρες με πολύ διαφορετικά οικονομικά χαρακτηριστικά. Ο νότος δέχεται τη δημοσιονομική πειθαρχία, τις βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές και τη μείωση του χρέους. Πρέπει και ο βορράς να διευκολύνει την προσαρμογή και την ανταγωνιστικότητα όλων μας, δεχόμενος ένα φθηνότερο ευρώ, που θα μας δώσει πίσω ένα μέρος της ανταγωνιστικότητάς μας.



Χρειαζόμαστε όμως σαρωτικές διαρθρωτικές αλλαγές και για έναν ακόμα λόγο. Γιατί δεν είναι δυνατόν να βιώνεται η κρίση αυτή χωρίς ένα ανεκτό δίκτυ προστασίας για τους πραγματικά κοινωνικά αδυνάτους. Γνωρίζοντας τη δημοσιονομική πραγματικότητα προτείνω μια πολύ συγκεκριμένη κοινωνική δαπάνη, με συμβολικό αλλά και ουσιαστικό χαρακτήρα. Την αύξηση του ΕΚΑΣ κατά 150 εκ. Ευρώ, που μειώθηκε κατά 145 εκ το 2010 . Η αύξηση αυτή θα καλυφθεί με περικοπές από το κονδύλι της Βουλής (10 εκ.), τα από ο κονδύλι για τη χρηματοδότηση των κομμάτων (με μείωση από τα 75 στα 55 εκ.), και με την καθιέρωση αυξημένου τέλους αλληλεγγύης στις μεγάλες συντάξεις πολιτικού χαρακτήρα για τις οποίες δεν έχουν πληρωθεί αντίστοιχες εισφορές (συντάξεις βουλευτών, ευρωβουλευτών, Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, Διοικητών Οργανισμών και Τραπεζών κ.λπ. με απόδοση 20 εκ. ευρώ), και τέλος από την μεταφορά 100 εκ. από τον πόρο που πληρώνεται για την ΕΡΤ στον τακτικό προϋπολογισμό, με αντίστοιχες περικοπές στον αριθμό των κρατικών σταθμών. Είναι συγκεκριμένη πρόταση σαφής, και θα βοηθούσε και τους ανθρώπους που έχουν πράγματι ανάγκη αλλά και την αποφόρτιση της κοινωνικής έντασης και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας του πολιτικού μας συστήματος. Γιατί θα έδειχνε κύριοι συνάδελφοί ότι οι εντός του συστήματος σκέφτονται και τους εκτός του συστήματος και είναι καιρός να στείλουμε το μήνυμα αυτό.



Όσο για τις δαπάνες της Βουλής, όλα όσα είπα στην προηγούμενη τοποθέτησή μου ότι δεν μειώθηκαν το 2010 και έμειναν στα 218 εκ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι η αναθεώρηση των δαπανών του προϋπολογισμού που έγινε με την ευκαιρία του μνημονίου προέβλεπε 201 εκ., αυτά υπάρχουν στην εισηγητική έκθεση στη σελίδα 83. Αν έχετε κάνει λάθος και άλλη είναι η πραγματικότητα, παρακαλώ τον Πρόεδρο της Βουλής να ζητήσει τώρα τη διόρθωση της εισηγητικής έκθεσης στο σημείο αυτό.



Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,



Η Ελλάδα δεν βρίσκεται, όπως κάποιοι νομίζουν υπό ξένη κατοχή. Απλώς δημιουργήσαμε μια κοινωνία εξαρτημένη από το δανεισμό και πρέπει τώρα να απεξαρτηθούμε γιατί σταμάτησαν να μας δανείζουν. Αν δεν θέλουμε το μνημόνιο και την τρόικα, δεν υπάρχει πρόβλημα. Τους ζητάμε απλώς να μην μας δώσουν την επόμενη δόση. Δεν το κάνουμε γιατί απλούστατα ξέρουμε ότι τότε θα ζήσουμε πολύ χειρότερα, με τις δικές μας δυνάμεις μόνο και χωρίς την ξένη βοήθεια, στην περίοδο της απεξάρτησης. Αντί λοιπόν να παραμυθιάζουμε εαυτούς και αλλήλους, αντί να φαντασιωνόμαστε ανύπαρκτες «κατοχές» και ανύπαρκτες «εθνικές αντιστάσεις», ας βρούμε τη δύναμη να δούμε τα πράγματα με ρεαλισμό και ορθολογισμό και να κάνουμε επιτέλους το καθήκον μας αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος.



Ο ελληνικός λαός έχει τεράστιες δυνατότητες και η χώρα έχει μέσα της δυνάμεις και προοπτικές που μπορούν όλους μας να μας εκπλήξουν στα επόμενα χρόνια. Αν αφεθεί ο ιδιωτικός τομέας να δουλέψει παραγωγικά, αν μειώσουμε το κράτος δραστικά, αν αναδείξουμε τους καλύτερους δημοσίους υπαλλήλους και τους αφήσουμε να οικοδομήσουν ξανά μια σοβαρή και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, στην οποία τα κόμματα δεν θα αναμειγνύονται, τότε θα δείτε ότι όλα όσα ζούμε σήμερα θα μοιάζουν σε λίγα χρόνια ένας κακός εφιάλτης. Μια κακή στιγμή, που το έθνος βρήκε τη δύναμη να ξεπεράσει. Ας το κάνουμε επιτέλους αυτό αναλαμβάνοντας τις ευθύνες μας. Αυτή είναι η μεγάλη αλλαγή νοοτροπίας που ζητά από μας η ιστορία. Και πρέπει να ανταποκριθούμε. Ακόμα και αν ο λαός στη συνέχεια θελήσει να μας αντικαταστήσει και τους 300. Είναι καλύτερα οι τριακόσιοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να υποστούν το κόστος των δικών τους σφαλμάτων και αμαρτιών του παρελθόντος, παρά να παρασύρουμε στον όλεθρο έναν ολόκληρο λαό. Εμείς ως νέος πολιτικός χώρος έτσι θα αγωνιστούμε. Και ελπίζω ότι θα λειτουργήσουμε ως καταλύτης για να ακολουθήσουν και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις. Στη δύσκολη ώρα, στην ώρα του καθήκοντος δεν πρέπει να λείψει κανείς.