Σιγά σιγά, αλλά σταθερά, η ελληνική πολιτεία προσαρμόζεται στις επιταγές της παγκοσμιοποιήσεως. Και στην προσπάθεια αλλοιώσεως της ιστορίας, για να ξεχάσουν οι Έλληνες ποιοι ήσαν και τι μπορούν να ξαναγίνουν, εντάσσεται και η μετονομασία ιστορικών τόπων άμεσα συνδεδεμένων με τον ελληνισμό. Το πρώτο σοβαρό κρούσμα παρατηρήθηκε με τον "Καποδίστρια", το νόμο του εκσυγχρονιστή κ. Αλ. Παπαδόπουλου, όπου αφαιρέθηκε από εκατοντάδες τοπωνύμια το επίθετο "νέα". Η Νέα Μηχανιώνα έγινε απλή...
... Μηχανιώνα, το ίδιο και η Νέα Μεσημβρία μόνο Μεσημβρία. Ο ΟΑΣΘ προσαρμόσθηκε κι αυτός πάραυτα στο νεοταξίτικο πνεύμα και στις πινακίδες των λεωφορείων το "νέα" αφαιρέθηκε. Αυτό σημαίνει, ότι ο νέος Έλληνας, μη διαβάζοντας το Νέα δίπλα στη Μηχανιώνα, δεν συνειδητοποιεί ότι υπήρχε και Παλαιά, η οποία βρίσκεται στην κατοχή άλλων. Σβήνει η ιστορική μνήμη μ’ αυτόν τον τρόπο.
Ως προς τον αγωγό, ενώ στην αρχή η κεντρική εξουσία τον αποκαλούσε Πύργου-Αλεξανδρουπόλεως, φαίνεται πως κάποιος της τράβηξε το αυτί και ο Πύργος έγινε Μπουργκάς. Αν τολμήσει κάποιος να πει, ότι αφού έτσι τον αποκαλούν οι γείτονες και πρέπει να είμαστε ευγενικοί μαζί τους, θα καταστεί καταγέλαστος, διότι οι γείτονες την πόλη μας δεν την αποκαλούν Θεσσαλονίκη, αλλά Σολούν.
Στη συνέχεια, για πρώτη φορά στην ιστορία και μετά από αιώνες, βρέθηκε Έλληνας πολιτικός, ο κ. Γ. Παπανδρέου, να αποκαλέσει την Κωνσταντινούπολη, Ισταμπούλ. Μέσω του κ. Γ. Παπανδρέου, οι παγκόσμιοι αφέντες έστειλαν το μήνυμα προς τον ελληνικό λαό, να ξεχάσει παντελώς την ένδοξη ιστορία της Βασιλεύουσας.
Βέβαια, δεν θα μπορούσαν να λείψουν από την απόπειρα αφελληνισμού της ιστορίας, οι πολιτευόμενοι όλων των βαθμίδων και όλων των κομμάτων της Θράκης, οι οποίοι προκειμένου να τύχουν της υποστηρίξεως του τουρκικού Προξενείου, αποκαλούν την Κομοτηνή με το οθωμανικό όνομά της, Γκιουμουλτσίνα.
Γίνεται πλέον φανερό, ότι είτε άθελα είτε ηθελημένα, είτε για μικροκομματικούς λόγους είτε για λόγους γεωστρατηγικής, επιβαλλόμενους από εξωθεσμικά αλλοδαπά κέντρα, κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βγάλουμε μόνοι μας τα μάτια μας. Αυτοί που το πράττουν, μπορεί να ωφελούνται ατομικά, αναρωτιέμαι όμως αν, έστω και φευγαλέα, συνειδητοποιούν που οδηγούν τη χώρα.
Το χρήμα και η αμφιλεγόμενη κοινωνική άνοδος, είναι τόσο ισχυρά κίνητρα, ώστε να υποκαθιστούν την υποχρέωση και το καθήκον που έχουμε προς τον τόπο μας;
«Σάρισσα»