Γράφει ο Χρήστος Γιανναράς
στην εφημ. ‘Καθημερινή’
Μοιάζει απίστευτο, αλλά το προεξοφλούν με σιγουριά οι δημοσκοπήσεις: Στις επερχόμενες εκλογές Τοπικής τάχα και Αυτοδιοίκησης, οι ελλαδίτες ψηφοφόροι θα ψηφίσουν και πάλι, στην πλειονότητά τους, κομματικούς υποψηφίους. Πώς να εξηγήσουμε την άρνηση της κρίσιμης για το εκλογικό αποτέλεσμα μάζας να αντιληφθεί...
... την πραγματικότητα; Τα εγκλήματα των δύο κομμάτων που κυβέρνησαν τον τόπο τα τελευταία 36 χρόνια είναι εξόφθαλμα, αποδεδειγμένα, ψηλαφητά:
Κατασπατάλησαν το απίστευτο χρήμα που εισέρευσε στη χώρα (για πρώτη φορά στην κρατική μας ιστορία) και απέβλεπε να επιτευχθεί σύγκλιση της ελλαδικής με τις οικονομίες των χωρών της Ε.Ε. Ξέφρενη σπατάλη και επιπλέον απίστευτος, παρανοϊκός δανεισμός. Μοίραζαν τα κόμματα διορισμούς, επιδοτήσεις, ρουσφέτια, μπούκωναν τον υπόκοσμο των λακέδων και της καμαρίλας τους με αδιάντροπο πλούτο, ωμά, απροκάλυπτα, χυδαία. Πνίγοντας κυριολεκτικά τη χώρα στα χρέη. Χωρίς να λύσουν, στα τριάντα έξι αυτά χρόνια, ούτε ένα πρόβλημα – το ασφαλιστικό, ας πούμε, ή το συγκοινωνιακό ή της μηχανοργάνωσης του κράτους (δεν συζητούμε για την παιδεία, την υγεία, την άμυνα, τη δικαιοσύνη).
Το μόνο που τους ενδιέφερε, μα αποκλειστικά το μόνο, ήταν η επανεκλογή τους, η κραιπαλική ηδονή της εξουσίας. Τίποτε άλλο. Και όταν πια η καταστροφή ήταν αδύνατο να αναχαιτιστεί, ο ένας πρωθυπουργός το ’σκασε πανικόβλητος, δίχως ίχνος ντροπής ή αυτοσεβασμού. Και έσπευσε να αναλάβει ο μειονεκτικός σε επιγνώσεις αντίπαλος, για να αλωνίζει επί μήνες τα διεθνή κέντρα, απολαμβάνοντας τουριστικά το κελεπούρι της πρωθυπουργίας και διαφημίζοντας στους δανειστές της χώρας την αναξιοπιστία της και τη διαφθορά της.
Ποιος Έλληνας δεν βλέπει αυτά τα εξόφθαλμα, αποδεδειγμένα, ψηλαφητά δεδομένα; Κι όμως, όχι μόνο δεν κατεβαίνουμε στους δρόμους να διαδηλώσουμε οργή και αντίσταση, αλλά σπεύδουμε πειθήνια και ηλίθια να αμνηστεύσουμε, να κολακέψουμε, να επιβραβεύσουμε τους τυράννους μας, ψηφίζοντας τους εκλεκτούς των κομματικών συμφερόντων στην τάχα Αυτοδιοίκηση. Πού είναι λοιπόν το περιβόητο «φιλότιμο» του Έλληνα, η «περηφάνια» του, το «αδούλωτο φρόνημά» του; Ακόμα και την ψήφο του, το τελευταίο απομεινάρι διαφοράς από τον σκλάβο, τον ραγιά, την προσφέρει για να μετρήσουν οι διεφθαρμένες κομματικές συντεχνίες τις περιστασιακές μεταβολές στα ποσοστά της ισχύος τους.
Να κατεβούμε στους δρόμους μάς το έχει απαγορεύσει ο παλαιοημερολογητισμός του Περισσού: μονοπωλεί μεθοδικά κάθε δημόσια μαζική διαμαρτυρία, την «καπελώνει» αυθαίρετα, η κραυγή και οργή των πολιτών μετατρέπεται σε αθέλητη υποστήριξη της πιο υπάνθρωπης ολοκληρωτικής μονοτροπίας. «Δεν κοτάς ν’ αγγίξεις μιαν από τις αξίες που ικανοποιούν τα αισθήματά σου για κοινωνική δικαιοσύνη», έγραφε ο Ελύτης, και βρίσκεσαι να “κάνεις πορεία” μ’ έναν συρφετό ανθρώπων που δεν έχουν δική τους σκέψη, αλλά την περιμένουν από τον καθοδηγητή τους». Δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα ακομμάτιστη πρωτοβουλία για μαζική πολιτική εκδήλωση, που να μην την ιδιοποιηθεί η μικρόνοια και ψυχανωμαλία των καπήλων της Αριστεράς.
Μας απομένει η ψήφος, για να συντηρούμε την ψευδαίσθηση ότι είμαστε πολίτες, ότι πολίτευμα της χώρας είναι η δημοκρατία. Ψευδαίσθηση, στάχτη στα μάτια, για να συνεχίζουν οι μαφιόζοι των κομματικών συντεχνιών να παίζουν με τη δική μας αφέλεια, την παιδαριώδη επιπολαιότητά μας. Τάχα ότι λειτουργούν πολιτικοί θεσμοί, τάχα ότι διαχειριζόμαστε τις τύχες και το μέλλον μας, καμαρωτοί στη σειρά για να βρεθούμε πίσω από το παραβάν, να αξιοποιήσουμε τα «δικαιώματα» του πολίτη!
Μας παραμυθιάζουν οι ανίκανοι, ενώ το ξέρουμε, το βλέπουμε: Η δευτεράντζα της κομματοκρατίας, δήμαρχοι, νομάρχες, περιφερειάρχες τώρα ή ό,τι άλλο παραπληρωματικό, ούτε τις λακκούβες στους δρόμους ή τις αγέλες των αδέσποτων δεν είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν. Τοποτηρητές είναι, ελάσσονες, των κομματικών συμφερόντων. Βρίσκουν και τα κάνουν. Οι μάζες των ευνουχισμένων, των δίχως σκέψη και κρίση ψηφοφόρων, μοιάζει να μην έχουν καταλάβει πού έχουμε φτάσει και γιατί. Γιατί σε λούκι στερήσεων, φτώχειας, ανεργίας, εφιαλτικής αβεβαιότητας για το αύριο, γιατί πουθενά ελπίδα ανάκαμψης;
Πώς βρέθηκε να είναι πρωθυπουργός ένα τόσο μειονεκτικό άτομο με τόσο κραυγαλέα υστερήματα, πώς γίνεται να έχουμε υπουργό Εξωτερικών και υπουργό Οικονομικών ανθρώπους πρωτόπειρους, πρωτοφανέρωτους στον δημόσιο βίο, σήμερα που διακυβεύεται η ίδια η ιστορική μας επιβίωση, η αξιοπιστία και η τιμή του ονόματός μας στον διεθνή στίβο; Δεν είχε τίποτε καλύτερο να επιστρατεύσει το κομματικό μας σύστημα στην κρίσιμη αυτή ώρα;
Όχι, δεν είχε, είναι φανερό. Η αξιωματική αντιπολίτευση είναι μια εξ ίσου θλιβερή και ευτελισμένη συναγωγή μετριοτήτων, σπιθαμιαία αναστήματα λιμασμένων για επιστροφή στην εξουσία, αναπολόγητων ακόμη για πράξεις απύθμενης φαυλότητας και διαφθοράς. Αυτά τα «κόμματα εξουσίας» δεν είναι πολιτικοί σχηματισμοί, είναι καρκινώματα στο κοινωνικό σώμα, εστίες μολυσματικές, απεργάζονται θάνατο. Όμως, η κρίσιμη εκλογική μάζα, ψηφοφόροι δίχως σκέψη και κρίση, τους εκλεκτούς αυτών των κομμάτων θα ψηφίσουν, δεν καταφέρνουν να συνδέσουν τον εφιάλτη που ζούμε με τα συγκεκριμένα εγκλήματα που τον προκάλεσαν και με τους αυτουργούς των εγκλημάτων.
Ο ευνουχισμός έχει συντελεστεί μεθοδικά, έντεχνα, «ανεπαισθήτως». Αν υπάρξουν ιστορικοί στο μέλλον με ενδιαφέρον για την περίπτωσή μας, το υλικό μελέτης του ευνουχισμού μας θα τους προσφερθεί άφθονο: Τα σχολικά βιβλία που τιτλοφορούνται «Η Γλώσσα μας», ο γκαιμπελικός προπαγανδισμός του ψυχωτικού «φιλαθλητισμού», του κρατικού τζόγου, ο επιχορηγούμενος κιτρινισμός και κρετινισμός των τηλεοπτικών καναλιών. Άκρως αποτελεσματικές πρακτικές εξηλιθίωσης της κρίσιμης εκλογικής μάζας.
Έτσι έχουν εξασφαλισμένη και αυτή τη φορά την επανεκλογή τους δήμαρχοι εξοργιστικής ανικανότητας, επιβαρυμένοι με εγκλήματα φαυλότητας σε προγενέστερες υπουργικές τους θητείες. Σίγουρη η επανεκλογή και νομαρχών που εκκρεμούν σε βάρος τους ποινικές διώξεις, θριαμβική η επικράτηση πληθώρας ασημαντοτήτων, ανθρώπων θλιβερού επιπέδου ικανοτήτων και καλλιέργειας, με μοναδικό προσόν το κομματικό χρίσμα.
Η «μαγιά» που αντιστέκεται στον εξανδραποδισμό λογαριάζει τους κομματικά κεχρισμένους, όποιοι κι αν είναι, σαν χολεριασμένους. Ακομμάτιστους υποψήφιους τους ψηφίζει. Όπου δεν υπάρχουν: λευκό ή αποχή.
Για την αντιγραφή «Σάρισσα»