Τον Ιούλιο του 1974 είχε κορυφωθεί η διεθνής συμπαιγνία που στην τελική της φάση ξεκίνησε με την αποστασία του αντιτορπιλικού «Βέλος» και τα επεισόδια στο Πολυτεχνείο (Μάιος...
... και Νοέμβριος του 1973) και ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 1974 με τον Αττίλα-2, με την εισβολή και κατοχή του 37% της Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Τότε, ενορχηστρωτής όλης αυτής της συμπαιγνίας ήταν το βαθύ κράτος των ΗΠΑ –με κορυφαίο εκφραστή του τον Χένρι Κίσινγκερ– και το αντίστοιχο του Ηνωμένου Βασιλείου. Εκείνη την περίοδο η Σοβιετική Ένωση παρακολουθούσε εκ του σύνεγγυς τα γεγονότα αλλά και τις μετακινήσεις των μονάδων του τουρκικού στρατού και ήταν πλήρως ενήμερη για την επιχείρηση που θα ακολουθούσε. Και θα μπορούσε να σταματήσει την επιχείρηση είτε με διάβημα στις ΗΠΑ, είτε με έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Σημειώνεται ότι, όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος, ο Χρουστσόφ ήταν εκείνος που έκανε αποφασιστική παρέμβαση το 1964, προς τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον, για να ακολουθήσει η επιστολή του Αμερικανού προέδρου προς τον Τούρκο πρωθυπουργό Ινονού, με την οποία αποτράπηκε η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1964.
Όμως δεν το έκανε ο διάδοχός του Λεοντίντ Μπρέζνιεφ το καλοκαίρι του 1974, γιατί, όπως εκμυστηρεύτηκε αμέσως μετά την εισβολή ο Ακόλουθος Άμυνας της Σοβιετικής Ένωσης σε Τούρκο αξιωματικό, ο οποίος το ομολόγησε στον γράφοντα, η Μόσχα περίμενε τότε, εξαιτίας της εισβολής σε ένα ελληνικό νησί που ήταν η Κύπρος, να ξεσπάσει ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος που θα οδηγούσε σε πλήρη κατάρρευση τη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Αυτό ήταν ένας στρατηγικός στόχος της Σοβιετικής Ένωσης, αφού μια αποδυναμωμένη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ θα έδινε τη δυνατότητα στη Μόσχα να κυριαρχήσει στην ΝΑ Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή! Τότε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος δεν ξέσπασε, γιατί όλα και όλοι στην Ελλάδα, την Κύπρο και το Παρίσι –φορείς, πολιτικοί, διανοούμενοι, ανώτατοι αξιωματικοί και ΜΜΕ– ήταν «πιασμένα» και δεν κινητοποιήθηκε η πολεμική μηχανή της Ελλάδας και της Κύπρου, που θα μπορούσε όχι μόνο να αποτρέψει την εισβολή, αλλά και να κονιορτοποιήσει στρατιωτικά την Τουρκία, για να απαλλαγεί η Ελλάδα τουλάχιστον επί έναν αιώνα από την τουρκική απειλή.
Μπορεί να πέρασαν δεκαετίες, μπορεί να κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, αλλά επειδή τα σοβαρά κράτη έχουν τη δική τους μνήμη, η οποία καθορίζει τις πολιτικές των σοβαρών κυβερνήσεων, ο στρατηγικός στόχος της Μόσχας δεν άλλαξε. Έτσι, η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη την αδυναμία αλλά και το σοβαρό πρόβλημα εθνικής ασφάλειας και ακεραιότητας που αντιμετωπίζει η Τουρκία λόγω της εμπλοκής των ΗΠΑ στο Κουρδικό –και συγκεκριμένα λόγω της παροχής εξοπλισμού και πολιτικής στήριξης στους Κούρδους της Συρίας–, έβαλε μπροστά το σχέδιο που δεν υλοποιήθηκε το 1974.
Δηλαδή η Μόσχα έδωσε άδεια στην Τουρκία να εισβάλει στη Συρία, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων της τη Συρία και τον Άσαντ, που σύμφωνα με τις δηλώσεις των Σύρων αξιωματούχων είναι αντίθετος με την εισβολή, έχοντας ως αντικειμενικό στόχο να φέρει αντιμέτωπες τις στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας με εκείνες των ΗΠΑ.
Πώς θα γίνει αυτό; Αν η Τουρκία καταλάβει το Αφρίν, στη συνέχεια, όπως δήλωσε αλλεπάλληλες φορές ο ίδιος ο Ερντογάν, τα τουρκικά στρατεύματα θα κινηθούν εναντίον της Ιεράπολης/Μένπετζ και πιο μετά εναντίον του Κομπάνι και των υπόλοιπων περιοχών που κατέχουν οι Κούρδοι, κατά μήκος των συνόρων Τουρκίας-Συρίας.
Όμως σε όλες εκείνες τις περιοχές περιπολούν οι Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (η ραχοκοκαλιά τους αποτελείται από Κούρδους), από κοινού με στρατιωτικά τμήματα των ΗΠΑ, οι οποίες μάλιστα τις έχουν εξοπλίσει οι ίδιοι οι Αμερικανοί. Άρα, αν η Τουρκία κινηθεί αποφασιστικά εναντίον των περιοχών αυτών, οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιλέξουν είτε τη σύγκρουση με την Τουρκία είτε την ταπεινωτική υποχώρηση – μια ενέργεια που εκτός του κύρους θα πλήξει και σοβαρά γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή.
Πάντως, ό,τι και να γίνει, η ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ ήδη έχει αποδυναμωθεί λόγω της προσέγγισης Τουρκίας-Ρωσίας και της αντίστοιχης επιδείνωσης των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Υπάρχουν και άλλες πτυχές της υπόθεσης, που εκφεύγουν ενός άρθρου.
Απλώς, για να αντιληφθούμε με ποιον έχουμε να κάνουμε, να σημειώσουμε ότι η Τουρκία ονόμασε την επιχείρηση εισβολής και κατοχής στην Κύπρο «Επιχείρηση Ειρήνης», ενώ την επιχείρηση εισβολής και κατοχής του Αφρίν «Κλάδο Ελαίας»… Δουλεύουν κανονικά οι Τούρκοι τη διεθνή κοινότητα.
Τέλος, μια θλιβερή διαπίστωση: Ούτε η κυβέρνηση ούτε κάποιο ελληνικό κόμμα καταδίκασε την τουρκική εισβολή στο Αφρίν. Μόνο ο ευρωβουλευτής Νίκος Ανδρουλάκης έκανε μια ερώτηση στο Ευρωκοινοβούλιο, όμως δεν αρκεί να ξεπλύνει την ντροπή. Αιδώς…
Σάββας Καλεντερίδης, pontos-news