10 Αυγούστου 2017

Β. Ελλάδα: Τα capital controls εμπόδιο στην αγορά ακινήτων από ξένους

Οι διαφορές με Αθήνα και νησιά

Τα capital controls και οι συνακόλουθες ουσιαστικές και γραφειοκρατικές δυσκολίες στη διακίνηση χρημάτων μέσω των τραπεζών αποτελούν εμπόδιο, εξαιτίας...
... του οποίου η ελληνική αγορά ακινήτων μέχρι στιγμής δεν έχει ωφεληθεί σημαντικά από το ενδιαφέρον των ξένων να αγοράσουν κάποιο διαμέρισμα στην πόλη ή κάποια εξοχική κατοικία σε ένα παραθεριστικό μέρος.

Κι αυτό διότι πολλοί από αυτούς σκέπτονται ότι αγοράζοντας ένα ακίνητο στην Ελλάδα υπό τις παρούσες συνθήκες εγκλωβίζουν επ’ αόριστον το κεφάλαιο τους στη χώρα, καθώς ακόμη κι αν για λόγους ανάγκης θελήσουν να το πουλήσουν δεν θα έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τα χρήματά τους κατά το δοκούν, καθ’ όσο διάστημα, τουλάχιστον, ισχύουν οι περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων.

Όπως αναφέρουν μεσίτες που δραστηριοποιούνται στη Βόρεια Ελλάδα το ενδιαφέρον των ξένων για ακίνητα στην περιοχή εντοπίζεται αφενός στη Θεσσαλονίκη και αφετέρου στη Χαλκιδική και τους άλλους τουριστικούς προορισμούς. Πρόκειται κατά βάσιν για δύο κατηγορίες ενδιαφερομένων:

Πρώτον, όσοι διαθέτουν αρκετά χρήματα και άρα με μια αγορά της τάξεως των 250.000 ευρώ επιθυμούν να αποκτήσουν τη golden visa, που θα τους επιτρέψει να ταξιδεύουν άνετα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ συγχρόνως έχουν κάποιο έσοδο από την αξιοποίηση του ακινήτου, για παράδειγμα από την ενοικίασή του.

Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται κάποιοι Ρώσοι, λίγοι Κινέζοι και πολλοί Τούρκοι, οι οποίοι ιδιαιτέρως μετά τα γεγονότα του περσινού καλοκαιριού στη χώρα τους με το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά Ερντογάν επιλέγουν να έχουν μια εναλλακτική διέξοδο. Για πολλούς από αυτούς, η Θεσσαλονίκη, η πόλη στην οποία γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ, είναι ο κατάλληλος τόπος στον οποίο αισθάνονται άνετα και οικεία.

Δεύτερον, οι κάτοικοι των γειτονικών βαλκανικών χωρών. Αρκετοί Σέρβοι, Βούλγαροι, Σκοπιανοί, Ρουμάνοι και Αλβανοί διαθέτουν τα απαραίτητα χρήματα για να αναζητήσουν ένα διαμέρισμα στη Θεσσαλονίκη, καθώς οι τιμές έχουν υποχωρήσει αισθητά. Είναι άνθρωποι που αναζητούν συνήθως ακίνητα αξίας 20.000 – 60.000 ευρώ, τα οποία προορίζουν είτε για αξιοποίηση, είτε για ιδιοκατοίκηση κάποιες εβδομάδες και σαββατοκύριακα το χρόνο, που ούτως ή άλλως επισκέπτονται την Ελλάδα για αναψυχή.

Ασφαλώς το ενδιαφέρον των ξένων για την αγορά ακινήτων στη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα δεν συγκρίνεται με αυτό που υπάρχει για την Αθήνα και τους νησιώτικους και ηπειρωτικούς τουριστικούς προορισμούς της Νοτίου Ελλάδος. Άλλωστε πρόκειται για κινητικότητα που προϋπήρχε επί δεκαετίες πριν από την ύφεση, αλλά ήταν περιορισμένων αποτελεσμάτων λόγω των πολύ υψηλών τιμών, ειδικά στη δεκαετία του 2000.

Μια κινητικότητα που οφείλεται στην επιλογή ανθρώπων από την Κεντρική και τη Βόρεια Ευρώπη –κυρίως από τη Γερμανία, τη Βρετανία και τις Σκανδιναβικές χώρες-να αλλάξουν τρόπο ζωής μετά το πέρας του εργασιακού τους βίου. Ως συνταξιούχοι, πλέον, δημιουργούν τις προϋποθέσεις να περνούν σημαντικό διάστημα του έτους στα ζεστά κλίματα της Μεσογείου, φυσικά και στην Ελλάδα.

Σε περιοχές στις οποίες το κλίμα είναι ηπιότερο, ο ήλιος ζεσταίνει σώματα και ψυχές, οι ρυθμοί κινούνται χαλαρότερα και το κόστος ζωής είναι οικονομικότερο από τις πατρίδες τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Κρήτης, στην οποία διαθέτουν κατοικίες πολλοί Ευρωπαίοι συνταξιούχοι, οι οποίοι απολαμβάνουν το νησί πολλούς μήνες κάθε χρόνο.

Στην ελληνική αγορά ακινήτων η μείωση των αγοραπωλησιών έχει ξεπεράσει την τελευταία δεκαετία το 90%. Από τις περίπου 250.000 πράξεις του 2006 έχουμε πέσει κάτω από τις 25.000 το 2016, στοιχείο που αποτυπώνει το μέγεθος του προβλήματος πέρα από κάθε αμφιβολία. Επομένως οι ξένοι αγοραστές αποτελούν σήμερα μια ελπίδα για μερική ανάκαμψη, αλλά τα πρακτικά προβλήματα παραμένουν.

Πρόκειται για άλλη μια απόδειξη ότι ο οικονομικός κύκλος πρέπει να κινείται αδιατάρακτα, αφού κάθε πρόβλημα –όπως στην προκειμένη περίπτωση τα capital controls- μεταδίδεται αμέσως –έστω και δευτερευόντως- στους υπόλοιπους κρίκους.

Για τη Βόρεια Ελλάδα η συγκυρία θα μπορούσε να είναι ιδανική, αφού 25 χρόνια μετά το άνοιγμα των συνόρων υπάρχουν από την άλλη πλευρά αρκετοί που εξακολουθούν να γοητεύονται από τη Θεσσαλονίκη και τα πέριξ  και ταυτόχρονα διαθέτουν, πλέον, την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν ακίνητο, σε μια αγορά που ούτως ή άλλως έχει διαμορφώσει σχετικά χαμηλές τιμές.