14 Ιουλίου 2017

Deutsche Welle: Στήνει γέφυρες ο πατήρ Απόστολος στο Μόναχο

Ήταν στο καθήκον και εκείνο το σούρουπο της 15ης Ιουνίου του 2005, όταν κάποιος Έλληνας τον πήρε τηλέφωνο για να του πει ότι ένας συμπατριώτης δολοφονήθηκε.

«Να πάτε να...


... τον διαβάσετε πάτερ», του είπε. Και ο πατήρ Απόστολος πήγε. Στο έδαφος κείτονταν ο Θεόδωρος Βουλγαρίδης, χτυπημένος όπως και πολλοί άλλοι, κυρίως Τούρκοι, από σφαίρα της νεοναζιστικής οργάνωσης NSU.

Μετάλλια και «μετάλλιο ζωής»
«Μπήκα μέσα στο κατάστημα και βλέπω σε μια λίμνη αίματος τον μακαρίτη με το πρόσωπό του αλλοιωμένο από τις σφαίρες. Εκεί έπαθα ένα μικρό σοκ, γιατί δεν είχα ποτέ δει τέτοιο θέαμα. Διάβασα το τρισάγιο, βγήκα έξω και περίμενα μέχρις ότου τελειώσει η καταγραφή αποτυπωμάτων. Μετά τον πήραν κι έφυγα». Ήταν ίσως η πιο συγκλονιστική στιγμή στα 45 χρόνια ποιμαντικής του διακονίας στη Γερμανία.

Συναντήσαμε τον πατέρα Απόστολο Μαλαμούση στο γραφείο του στο Μόναχο, δίπλα στον ενοριακό Ναό των Αγίων Πάντων. Ένα γραφείο λιτό, διακοσμημένο με πολύτιμες εικόνες του 14ου και 15οι αιώνα, δωρεά Γερμανίδας από την Στουτγάρδη.

Το μάτι ωστόσο πέφτει σε ένα άλλο «μετάλλιο ζωής», τη φωτογραφία με τη σύζυγό του Αθανασία και τις τέσσερις κόρες του. Από τις κόρες απέκτησε 9 εγγονάκια, μια μεγάλη ευτυχισμένη οικογένεια, η μεγαλύτερη διάκριση που μπορεί να δώσει η ίδια η ζωή.

Μια ζωή που ξεκίνησε από ένα φτωχό χωριό του Πηλίου, το Μούρεσι, όταν ο πατέρας Απόστολος ονομαζόταν τότε Γιώργος. Θυμάται ότι από μικρός ήθελε να γίνει κάτι σαν τον Άλμπερτ Σβάιτσερ και να κηρύξει το Ευαγγέλιο εκτός Ελλάδας. Μετά τη φοίτηση σε ιερατική σχολή σε Μονή της Χαλκιδικής παντρεύτηκε την Αθανασία και το 1972 ξεκίνησαν μαζί το μεγάλο ταξίδι στη Γερμανία.

«Να σπάσω τον πάγο»
Στην αρχή στο Αννόβερο, μετά στο Ρόιτλινγκεν, όπου ο μητροπολίτης Ειρηναίος τον χειροτόνησε διάκονο και πήρε το όνομα Απόστολος, το όνομα του ηγούμενου της Μονής στη Χαλκιδική, σε αναγνώριση της βοήθειας που του έδωσε. Στη συνέχεια χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στο Τρόισντορφ και μετά πήγε στο Λούντιβσχάφεν, όπου παρέμεινε για δέκα χρόνια.

Δέκα πολύτιμα χρόνια, όπου σφυρηλάτησε βαθιά ειλικρινή φιλία με τον τότε επίσκοπο του Σπάιερ, Φρίντριχ Βέτερ, αργότερα καρδινάλιο Μονάχου. Από το 1982 ο πατήρ Απόστολος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των απόδημων Ελλήνων του Μονάχου. Έγινε συμπαραστάτης στους φόβους και την αποξένωση που ένοιωθαν από το γερμανικό περίγυρο, αυτό ισχύει κυρίως για την πρώτη γενιά μεταναστών που δεν ήξερε αν θα γύρναγε πίσω στην πατρίδα, αν θα έστελνε τα παιδιά σε ελληνικό ή γερμανικό σχολείο, τι θα της ξημέρωνε.

«Υπήρχε λοιπόν για μένα μεγάλη ποιμαντική ανάγκη να σπάσω αυτόν τον πάγο, να κάνω αυτό το άνοιγμα, να μπορεί η ελληνική οικογένεια να αποκτήσει εμπιστοσύνη στο περιβάλλον που ζει για να ζήσει πιο ήρεμα, πιο ήσυχα, γιατί αυτήν την κρίση τη μετέδιδε άκριτα και στα παιδιά» θυμάται ο πατήρ Απόστολος για εκείνα τα χρόνια.

«Τα παιδιά δεν καλούσαν σπίτι γερμανάκια, διότι οι γονείς δεν το επέτρεπαν για πολλούς και διάφορους λόγους. Δεν ήξεραν τι να πουν, τι να κάνουνε, να μην μπλέξουν με Γερμανίδες και με Γερμανούς, δηλαδή υπερβολικές θα έλεγα αντιλήψεις που για μένα δεν είχαν κανένα λόγο, εγώ έχω ανοικτούς ορίζοντες».

Ο πατέρας Απόστολος έπαιξε και συνεχίζει να παίζει αυτόν τον ρόλο οδηγού και γεφυροποιού ανάμεσα στις γενιές των Ελλήνων του Μονάχου και τη γερμανική πραγματικότητα επιτυγχάνοντας την ενσωμάτωση, όχι την αφομοίωση.  Όχημά του η εκκλησία των Αγίων Πάντων.

Ο τρόπος που αποκτήθηκε το οικόπεδο και χτίστηκε ο ναός ισοδυναμεί με θαύμα. Ένα θαύμα που δεν θα γίνονταν χωρίς τον καρδινάλιο Μονάχου Βέτερ. Δεν πρόκειται όμως μόνο απλά για έναν τόπο άσκησης λατρευτικών αναγκών για 27.000 Έλληνες του Μονάχου, αλλά ευρύτερα ένα πολιτιστικό κέντρο με εκδηλώσεις που φέρνουν πιο κοντά, όχι μόνο τους ενορίτες αλλά και ξένους, ορθόδοξους και μη.